Η γλώσσα με τις
λέξεις και τους κανόνες της αποτελεί ένα ενεργό εργαστήριο που παράγει λόγο.
Όσο πιο πιστά τηρούνται οι κανονισμοί, τόσο πιο ομαλή είναι η λειτουργία και
πιο πλούσια η παραγωγή.
Συχνά, όμως, στη
λογοτεχνία (ιδιαίτερα στην ποίηση), χρησιμοποιείται η γλώσσα με τέτοιο τρόπο,
ώστε να δημιουργείται η εντύπωση ότι παραβιάζονται οι κανονισμοί. Οι ποιητές
δηλαδή, για να εκφραστούν, πλάθουν μέσα στην ευρύτερη γλώσσα μια δική τους
γλώσσα που ακολουθεί τους κανόνες μιας δικής τους «Ποιητικής Γραμματικής».
Έτσι, η γλώσσα
λειτουργεί με πολλούς τρόπους, για να καλύψει τις πολλές ανάγκες του ανθρώπου.
Από τους τρόπους αυτούς οι λογοτέχνες και οι γλωσσολόγοι επισημαίνουν κυρίως
δύο: την αναφορική λειτουργία της γλώσσας και την ποιητική
της λειτουργία.
Αναφορική λειτουργία της γλώσσας
Στην αναφορική λειτουργία η πράξη επικοινωνίας αναφέρεται κυρίως στον πραγματικό κόσμο ή στην αντίληψη που
έχουμε γι’ αυτόν. Ο δέκτης δηλαδή του
μηνύματος δέχεται κάποια πληροφορία από τον πομπό, ο οποίος, μέσω της γλώσσας
που χρησιμοποιεί, παρουσιάζει μια
πραγματικότητα και την αντίληψη που
έχει γι’ αυτήν.Η αναφορική λειτουργία της γλώσσας λοιπόν απευθύνεται στη λογική μας.
Ποιητική λειτουργία της γλώσσας
Στην ποιητική λειτουργία η πράξη επικοινωνίας αναφέρεται κυρίως στον εαυτό της, στο ίδιο το μήνυμα, και μάλιστα στη μορφή του. Εδώ, την προσοχή του δέκτη δεν την ελκύει τόσο η
πληροφορία που φέρνει το μήνυμα, όσο το ίδιο το μήνυμα για τη μορφή που παίρνει: ήχοι
λέξεων, μεταφορική τους χρήση, επαναλήψεις, συνηχήσεις, μέτρο, ρυθμός κ.τ.λ. Η
λειτουργία αυτή της γλώσσας απευθύνεται
στο συναίσθημα του δέκτη, στον
οποίο προσφέρει την ίδια της τη μορφή για αισθητική απόλαυση. Η γλώσσα δηλαδή λειτουργεί με συγκινησιακό τρόπο.
Σχόλια