Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ονοματικό-Ρηματικό σύνολο


Οι λέξεις οι οποίες αποτελούν ομάδες μέσα σε μία πρόταση ονομάζονται σύνολα λέξεων ή λεκτικά σύνολα.

Όταν ένα σύνολο αντιστοιχεί συντακτικά με ένα όνομα , το ονομάζουμε ονοματικό σύνολο (Ο.Σ.) . Όταν αντιστοιχεί συντακτικά με ένα ρήμα , το ονομάζουμε ρηματικό σύνολο (Ρ.Σ.)  .

π.χ. : Ο Νίκος           είναι εξαιρετικός άνθρωπος και πολύπλευρη προσωπικότητα.
               ↓                                                                         ↓
 Ο.Σ.                                                                    Ρ.Σ.


π.χ. : Ο μαθητής μου, ο Νίκος, μελετά κάθε μέρα.
                        ↓                                         ↓
                      Ο.Σ.                                    Ρ.Σ.



ΟΝΟΜΑΤΙΚΟ ΣYΝΟΛΟ : αποτελείται από ένα όνομα μπροστά στο οποίο βρίσκεται άρθρο ή επίθετο ή αντωνυμία ή μετοχή.

π.χ.
ΠΡΟΤΑΣΗ
ΟΝΟΜΑΤΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ
Η μαθήτρια μελετά.
άρθρο + ουσιαστικό
Φυσούσε δυνατός αέρας .
επίθετο + ουσιαστικό
Εκείνη η γυναίκα με αγάπησε.
αντωνυμία + σύναρθρο ουσιαστικό
Είναι καταξιωμένος επιστήμονας.
μετοχή + ουσιαστικό



ΡΗΜΑΤΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ: αποτελείται από ένα ρήμα , μονολεκτικό ή περιφραστικό , με το συμπλήρωμά του ( όνομα , επίρρημα , αντωνυμία κτλ ).


π.χ.
ΠΡΟΤΑΣΗ
ΡΗΜΑΤΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ
Ο ήλιος φώτισε τη γη.
ρήμα + σύναρθρο ουσιαστικό
Τα μάτια του είναι υπέροχα.
ρήμα + επίθετο
Τον αγαπούσαν όλοι στο χωριό.
αντωνυμία + ρήμα
Ο παππούς κοίταξε γαλήνια.
ρήμα + επίρρημα
Όταν έρθεις , θα μιλήσουμε.
σύνδεσμος + ρήμα
Όταν έρθεις, θα μιλήσουμε.
μόριο + ρήμα
Διαβάζει για την Ιατρική.
ρήμα + προθετικό σύνολο


Σχόλια

Ο χρήστης Unknown είπε…
Ευχαριστώ για τη βοήθεια.παω πρώτη γυμνασίου και δεν κατάλαβα καλά το κομμάτι αυτό από το eclass, αυτό όμως με βοηθησε.

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΚΛΙΣΗ ΤΩΝ ΑΟΡΙΣΤΩΝ Β΄ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ἔστην: ἔβην, ἔγνων, ἔδραν, ἔφυν, ἐρρύην

Ορισμένα ρήματα της α΄ συζυγίας (ρήματα σε -ω) σχηματίζουν τον αόριστο β΄ κατά τα ρήματα σε  -μι  και κλίνονται όπως ο αόριστος  ἔστην . Τα ρήματα αυτά είναι τα εξής: Ενεστώτας Αόριστος β΄ ἁλίσκομαι βαίνω γηράσκω γιγνώσκω (ἀπο)διδράσκω δύομαι ζήω,-ῶ ῥέω φθάνω φύομαι ἑάλων / ἥλων ἔβην ἐγήραν ἔγνων (ἀπ)έδραν ἔδυν ἐβίων ἐρρύην ἔφθην ἔφυν Παραδείγματα:  βαίνω   Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή ἔβην ἔβης ἔβη ἔβημεν ἔβητε ἔβησαν βῶ βῇς βῇ βῶμεν βῆτε βῶσι(ν) βαίην βαίης βαίη βαίημεν / βαῖμεν βαίητε / βαῖτε βαίησαν / βαῖεν βῆθι βήτω - βῆτε βάντων / βήτωσαν βῆναι βὰς βᾶσα βὰν γιγνώσκω   Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή ἔγνων ἔγνως ἔγνω...

Σύμπτυξη δευτερεύουσας πρότασης σε μετοχή

Ουσιαστικά πρόκειται για την αντίστροφη πορεία της ανάλυσης της μετοχής σε πρόταση. Γενικά , κατά τη σύμπτυξη μίας δευτερεύουσας πρότασης σε μετοχή , ανεξαρτήτως είδους, παρατηρούνται οι εξής μεταβολές : 1. Φεύγει ο σύνδεσμος εισαγωγής της δευτερεύουσας πρότασης. 2. Το ρήμα της δευτερεύουσας πρότασης μετατρέπεται σε μετοχή στον ίδιο χρόνο του ρήματος. 3. Αν η δευτερεύουσα πρόταση εκφέρεται με δυνητική έγκλιση, τότε η μετοχή θα είναι και αυτή δυνητική. ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ A.     Το υποκείμενο του ρήματος γίνεται υποκείμενο της μετοχής. Διακρίνονται δύο περιπτώσεις : ·          Η μετοχή και το υποκείμενό της τίθενται σε ονομαστική , όταν το υποκείμενο του ρήματος εξάρτησης και το υποκείμενο της δευτερεύουσας πρότασης είναι το ίδιο. π.χ. Ἡμεῖς ὁρῶμεν ὅτι ἐσμὲν δυνατοὶ = Ἡμεῖς ὁρῶμεν ὄντες δυνατοί. ·          Η μετοχή και το υποκείμενό της τίθενται σε πλάγια πτώση ( ΓΕΝ-ΔΟΤ-Α...

Συνηρημένα ρήματα (κλίση, θεωρία, ασκήσεις)

ΣΥΝΗΡΗΜΕΝΑ ΡΗΜΑΤΑ ΣΕ -αω Στα συνηρημένα ρήματα της αʹ τάξης  (-άω)  στον ενεστώτα και τον παρατατικό γίνονται οι ακόλουθες συναιρέσεις:  ᾰ + ε, η → ᾱ ᾰ + ει, ῃ → ᾳ ᾰ + ο, ω, ου → ω ᾰ + οι → ῳ τιμάω , -ῶ Ενεργητική Φωνή τιμάω , -ῶ Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή Ενεστώτας τιμῶ τιμᾷς τιμᾷ τιμῶμεν τιμᾶτε τιμῶσιν τιμῶ τιμᾷς τιμᾷ τιμῶμεν τιμᾶτε τιμῶσιν τιμῷμι/-ῴην τιμῷς/-ῴης τιμῷ/-ῴη τιμῷμεν τιμῷτε τιμῷεν τίμα τιμάτω τιμᾶτε τιμώντων/τιμάτωσαν τιμᾶν τιμῶν τιμῶσα τιμῶν Παρατατικός ἐτίμων ἐτίμας ἐτίμα ἐτιμῶμεν ἐτιμᾶτε ἐτίμων Μέλλοντας τιμήσω   Αόριστος ἐτίμησα  Παρακείμενος τετίμηκα  Υπερσυντέλικος ἐτετιμήκειν   Μέση Φωνή τιμάομαι,-ῶμαι Οριστι...