Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ ΑΝΤΙΓΟΝΗ Λεξιλογικές ασκήσεις

1. εμπύρετος, ιδέα, διακρατικός, σύμβαση, δράστης: Να συνδέσετε τις παραπάνω λέξεις της νέας ελληνικής γλώσσας με τις λέξεις του κειμένου με τις οποίες έχουν ετυμολογική συγγένεια. (471-490)
2. νεύμα, κατάφαση, αδρανής, κατάβαση, διάδρομος: Να συνδέσετε τις παραπάνω λέξεις της νέας ελληνικής γλώσσας με τις λέξεις του κειμένου με τις οποίες έχουν ετυμολογική συγγένεια. (441-457)
3. δρᾶσαι, κομίζοις, κηρυχθέντα, ἐτόλμας: Να γράψετε δύο ομόρριζες λέξεις, απλές ή σύνθετες, της αρχαίας ή της νέας ελληνικής γλώσσας για καθεμία από τις παραπάνω λέξεις του κειμένου. (441-457)
4. φρόνημα, δοῦλος, νόμος, ὕβρις, κράτος: Να γράψετε για καθεμία από τις παραπάνω λέξεις του κειμένου ένα ομόρριζο ρήμα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. (471-490)
5. Να σχηματίσετε από τους παρακάτω ρηματικούς τύπους του κειμένου ένα ομόρριζο ουσιαστικό, απλό ή σύνθετο, της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, χρησιμοποιώντας την κατάληξη που σας δίνεται: (441-457)
ἀπαρνοῦμαι,   -τής
κομίζοις,    -ον
κηρυχθέντα,    -μα
σθένειν,   -ος
ὄντα,   
6. δρᾶσαι, ἐλεύθερον, ἐμφανῆ, ὥρισεν, δύνασθαι: Να γράψετε μία ομόρριζη λέξη, απλή ή σύνθετη, της αρχαίας ή της νέας ελληνικής γλώσσας για καθεμία από τις παραπάνω λέξεις του κειμένου. (441-457)
7. ὑπερβάς, προστεταγμένον, συμμάχου, καταρρήγνυσι, ἐκπεσεῖν: Να αναλύσετε τις παραπάνω σύνθετες λέξεις του κειμένου στα συνθετικά τους. (663-682)
8. επομένως, φορείο, διήγηση, έντιμος, στάση: Να συνδέσετε τις παραπάνω λέξεις της νέας ελληνικής γλώσσας με τις λέξεις του κειμένου με τις οποίες έχουν ετυμολογική συγγένεια. (635-654)
9. Να γράψετε ένα ομόρριζο ουσιαστικό και επίθετο, απλό ή σύνθετο, της αρχαίας ή της νέας ελληνικής γλώσσας για καθεμιά από τις λέξεις: λελειμμένη, ὠφελοῖμι, εἵλου, φρονεῖν θάρσει. (546-560)

10. οἶκος, τάφος, ἔργον, αἰτία, δίκη: Να γράψετε για καθεμία από τις παραπάνω λέξεις του κειμένου ένα ομόρριζο ρήμα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. (526-545)

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΚΛΙΣΗ ΤΩΝ ΑΟΡΙΣΤΩΝ Β΄ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ἔστην: ἔβην, ἔγνων, ἔδραν, ἔφυν, ἐρρύην

Ορισμένα ρήματα της α΄ συζυγίας (ρήματα σε -ω) σχηματίζουν τον αόριστο β΄ κατά τα ρήματα σε  -μι  και κλίνονται όπως ο αόριστος  ἔστην . Τα ρήματα αυτά είναι τα εξής: Ενεστώτας Αόριστος β΄ ἁλίσκομαι βαίνω γηράσκω γιγνώσκω (ἀπο)διδράσκω δύομαι ζήω,-ῶ ῥέω φθάνω φύομαι ἑάλων / ἥλων ἔβην ἐγήραν ἔγνων (ἀπ)έδραν ἔδυν ἐβίων ἐρρύην ἔφθην ἔφυν Παραδείγματα:  βαίνω   Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή ἔβην ἔβης ἔβη ἔβημεν ἔβητε ἔβησαν βῶ βῇς βῇ βῶμεν βῆτε βῶσι(ν) βαίην βαίης βαίη βαίημεν / βαῖμεν βαίητε / βαῖτε βαίησαν / βαῖεν βῆθι βήτω - βῆτε βάντων / βήτωσαν βῆναι βὰς βᾶσα βὰν γιγνώσκω   Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή ἔγνων ἔγνως ἔγνω...

Σύμπτυξη δευτερεύουσας πρότασης σε μετοχή

Ουσιαστικά πρόκειται για την αντίστροφη πορεία της ανάλυσης της μετοχής σε πρόταση. Γενικά , κατά τη σύμπτυξη μίας δευτερεύουσας πρότασης σε μετοχή , ανεξαρτήτως είδους, παρατηρούνται οι εξής μεταβολές : 1. Φεύγει ο σύνδεσμος εισαγωγής της δευτερεύουσας πρότασης. 2. Το ρήμα της δευτερεύουσας πρότασης μετατρέπεται σε μετοχή στον ίδιο χρόνο του ρήματος. 3. Αν η δευτερεύουσα πρόταση εκφέρεται με δυνητική έγκλιση, τότε η μετοχή θα είναι και αυτή δυνητική. ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ A.     Το υποκείμενο του ρήματος γίνεται υποκείμενο της μετοχής. Διακρίνονται δύο περιπτώσεις : ·          Η μετοχή και το υποκείμενό της τίθενται σε ονομαστική , όταν το υποκείμενο του ρήματος εξάρτησης και το υποκείμενο της δευτερεύουσας πρότασης είναι το ίδιο. π.χ. Ἡμεῖς ὁρῶμεν ὅτι ἐσμὲν δυνατοὶ = Ἡμεῖς ὁρῶμεν ὄντες δυνατοί. ·          Η μετοχή και το υποκείμενό της τίθενται σε πλάγια πτώση ( ΓΕΝ-ΔΟΤ-Α...

Συνηρημένα ρήματα (κλίση, θεωρία, ασκήσεις)

ΣΥΝΗΡΗΜΕΝΑ ΡΗΜΑΤΑ ΣΕ -αω Στα συνηρημένα ρήματα της αʹ τάξης  (-άω)  στον ενεστώτα και τον παρατατικό γίνονται οι ακόλουθες συναιρέσεις:  ᾰ + ε, η → ᾱ ᾰ + ει, ῃ → ᾳ ᾰ + ο, ω, ου → ω ᾰ + οι → ῳ τιμάω , -ῶ Ενεργητική Φωνή τιμάω , -ῶ Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή Ενεστώτας τιμῶ τιμᾷς τιμᾷ τιμῶμεν τιμᾶτε τιμῶσιν τιμῶ τιμᾷς τιμᾷ τιμῶμεν τιμᾶτε τιμῶσιν τιμῷμι/-ῴην τιμῷς/-ῴης τιμῷ/-ῴη τιμῷμεν τιμῷτε τιμῷεν τίμα τιμάτω τιμᾶτε τιμώντων/τιμάτωσαν τιμᾶν τιμῶν τιμῶσα τιμῶν Παρατατικός ἐτίμων ἐτίμας ἐτίμα ἐτιμῶμεν ἐτιμᾶτε ἐτίμων Μέλλοντας τιμήσω   Αόριστος ἐτίμησα  Παρακείμενος τετίμηκα  Υπερσυντέλικος ἐτετιμήκειν   Μέση Φωνή τιμάομαι,-ῶμαι Οριστι...