Τετάρτη 3 Απριλίου 2013

ΕΙΜΙ, ΦΗΜΙ, ΟΙΔΑ, ΔΕΔΟΙΚΑ


Τα ρήματα αυτά κλίνονται ολικά ή μερικά σύμφωνα με τα ρήματα σε -μι με κάποιες διαφορές. Δηλαδή:
1.  εἶμι (= θα πάω, θ. ισχυρό εἰ- και αδύνατο ἰ-)
Οριστική
Υποτακτική Ευκτική Προστακτική
Ενεστώτας Παρατατικός



εἶ-μι
εἶ
εἶ-σι
ἴ-μεν
ἴ-τε
ἴ-ασι(ν)
ᾖ-α / ᾔ-ειν
ᾔ-εις / ᾔ-εισθα
ᾔ-ει
ᾖ-μεν
ᾖ-τε
ᾖ-σαν / ᾔ-εσαν
ἴ-ω
ἴ-ῃς
ἴ-ῃ
ἴ-ωμεν
ἴ-ητε
ἴ-ωσι(ν)
ἴ-οιμι / ἰ-οίην
ἴ-οις / ἰ-οίης
ἴ-οι/ἰ-οίη
ἴ-οιμεν
ἴ-οιτε
ἴ-οιεν

ἴ-θι
ἴ-τω

ἴ-τε
ἰ-όντων/ἴ-τωσαν
Απαρέμφατο: ἰ-έναι
Μετοχή: ἰ-ὼν (ἰόντος), ἰ-οῦσα (ἰούσης), ἰ-όν (ιόντος)

2. φημί (= λέω, ισχυρίζομαι, θ. ισχυρό φη-, αδύνατο φᾰ-)
Οριστική
Υποτακτική
Ευκτική
Προστακτική
Ενεστώτας
Παρατατικός



φημὶ
φὴ-ς/φῄ-ς
φη-σὶ(ν)
φα-μὲν
φα-τὲ
φα-σὶ(ν)
ἔ-φη-ν
ἔ-φη-σθα/ἔφη-ς
ἔ-φη
ἔ-φα-μεν
ἔ-φα-τε
ἔ-φα-σαν
φῷ
φῇς
φῇ
φῶ-μεν
φῆ-τε
φῶ-σι(ν)
φαίη-ν
φαίη-ς
φαίη
φαίη-μεν/φαῖμεν
φαίη-τε/φαῖ-τε
φαίη-σαν / φαῖ-εν

φά-θι
φά-τω

φά-τε
φά-
ντων/(φάτωσαν)
Απαρέμφατο ενεστώτα: φά-ναι
Μετοχή ενεστώτα: φά-σκ-ων, φά-σκ-ουσα, φά-σκ-ον
Μέλλοντας: φή-σω
Αόριστος: ἔ-φη-σα

3. οἶδα (= γνωρίζω, θ. ισχυρό Fειδ- = εἰδ-  και με τροπή του ε σε ο: οἰδ, αδύνατο Fιδ=ἰδ-).
Οριστική
Υποτακτική Ευκτική Προστακτική
Παρακ/νος με σημασία Ενεστώτα Υπερσ/κος με σημασία Παρατατικού


οἶδ-α
οἶσθ-α
οἶδ-ε
ἴσ-μεν
ἴσ-τε
ἴσ-ασι(ν)
ᾔδ-η / ᾔδ-ειν
ᾔδ-ησθα / ᾔδ-εις
ᾔδ-ει(ν)
ᾔδ-ε-μεν/ᾖσ-μεν
ᾔδ-ε-τε/ᾖσ-τε
ᾔδ-ε-σαν/ᾖσ-αν
εἰδῶ
εἰδῇς
εἰδῇ
εἰδῶμεν
εἰδῆτε
εἰδῶσι(ν)
εἰδείη-ν
εἰδείη-ς
εἰδείη
εἰδεῖ-μεν
εἰδεῖ-τε
εἰδεῖ-εν

ἴσ-θι
ἴσ-τω

ἴσ-τε
ἴσ-των/ἴστωσαν
Απαρέμφατο: εἰδ-έναι
Μετοχή: εἰδ-ὼς (εἰδότος), εἰδ-υῖα (εἰδυίας), εἰδ-ὸς (εἰδότος)
Μέλλοντας: εἴ-σομαι / εἰδή-σω

4. δέδοικα ή δέδια (= φοβούμαι, θ. ισχυρό δει- και με τροπή του ε σε ο: δοι-, αδύνατο δι-)
Οριστική
Υποτακτική
Προστακτική
Παρακείμενος με σημασία Ενεστώτα
Υπερσυντέλικος με σημασία Παρατατικού


δέ-δοι-κα/δέ-δι-α
δέ-δοι-κας/δέ-δι-ας
δέ-δοι-κε/δέ-δι-ε
δε-δοί-καμεν/δε-δι-μεν
δε-δοί-κατε/δέ-δι-τε
δε-δοί-κασι(ν)/δε-δί-ασι(ν)
ἐ-δε-δοί-κειν


δε-δί-ῃ


δε-δί-ωσι(ν)

(δέ-δι-θι)
(δε-δί-τω)



-κεις

-κει

-κεμεν

-κετε

-κεσαν/ἐ-δέ-δι-σαν
Απαρέμφατο: δεδοι-κέναι/δε-δι-έναι
Μετοχή: δε-δοι-κὼς/δε-δι-ὼς (δεδιότος), δε-δοι-κυῖα/δε-δι-υῖα (δεδιυίας), δε-δοι-κὸς/δε-δι-ὸς (δεδιότος)
Μέλλοντας: δεί-σομαι
Αόριστος: ἔ-δει-σα


Σόνια Σιούτη, φιλόλογος

Λογοτεχνικά ρεύματα και Σχολές



ΚΛΑΣΙΚΙΣΜΟΣ: Αναπτύχθηκε την περίοδο της Αναγέννησης και κράτησε πολύ, σχεδόν τέσσερις αιώνες. Ο κλασικισμός παραπέμπει στην ελληνική κλασσική αρχαιότητα και στη ρωμαϊκή περίοδο από όπου αντλεί τα θέματά του. Έχει ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα, πράγμα θετικό. Όμως ως ένα βαθμό εξιδανικεύει τον αρχαίο κόσμο, τον αρχαίο άνθρωπο, παραβλέποντας τις αδυναμίες και τα ελαττώματα της ανθρώπινης φύσης και προβάλλοντας κατά κύριο λόγο το υψηλό και το ευγενές.
Γλώσσα λιτή. Δεν προτιμώνται οι πεζές λέξεις της καθημερινής ζωής, με το σκεπτικό ότι δεν εκφράζουν αξιόλογες έννοιες.
ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ: Ο ρομαντισμός αναπτύσσεται κατά το 18ο αιώνα ως αντίδραση στον ήδη παρηκμασμένο κλασικισμό και ορθολογισμό του Διαφωτισμού. Η θεματολογία του αναφέρεται στην εποχή του Μεσαίωνα. Η δράση και ο ηρωισμός των ιπποτών, οι μάχες των καταπιεσμένων, οι λαϊκές δοξασίες, η θρησκευτική ζωή αλλά και η ομορφιά της φύσης αποτελούν τα κύρια θέματά του. Το συναίσθημα εκφράζεται με υπερβολή, η άμετρη φαντασία και η αγάπη για την περιπετειώδη ζωή χαρακτηρίζουν το ρεύμα αυτό. Πληθωρικά εκφραστικά μέσα, τάσεις ρητορείας, απροσχεδίαστος λόγος.
ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ: Όταν λέμε ότι κάποιος είναι ρεαλιστής εννοούμε, με την κοινή σημασία που αποδίδουμε στην έννοια, ότι ο άνθρωπος αυτός είναι προσγειωμένος στην πραγματικότητα, ότι ξέρει τι θέλει και δεν κάνει όνειρα που δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν. Ο ρεαλισμός όμως είναι και όρος της φιλοσοφίας και της αισθητικής. Ως τάση της αισθητικής το ρεαλισμό τον συναντούμε στην παγκόσμια λογοτεχνία από την αρχαιότητα ακόμη. Χαρακτηριστικό τον γνώρισμα είναι, σύμφωνα με μια πολύ διαδεδομένη πίστη, ότι ο καλλιτέχνης στο έργο τον πρέπει να αποδώσει πιστά την πραγματικότητα. Πιο αναλυτικά, στη ρεαλιστική γραφή ο συγγραφέας τηρεί μια στάση αντικειμενική απέναντι στα γεγονότα που διηγείται. Πρόθεσή τον είναι να τα εκθέσει, να τα παρουσιάσει με πειστικότητα. Παράλληλα, στα κείμενα που συσχετίζονται με το ρεαλισμό συναντάται μια διαθεση κριτικής της πραγματικότητας. Ο ρεαλισμός όμως, ως συγκεκριμένη τεχνοτροπία στο μυθιστόρημα, ξεκινάει από τη Γαλλία το δεύτερο μισό τον 19ου αι. με το Φλωμπέρ και συνεχίζεται ως σήμερα. Περιλαμβάνει πολλές τάσεις. Συνήθως όταν μιλάμε για ρεαλιστικό μυθιστόρημα εννοούμε την τάση ορισμένων συγγραφέων να απεικονίσουν πιστά την πραγματικότητα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε όμως ότι ανάμεσα όμως στα πραγματικά γεγονότα και στο λογοτεχνικό έργο έχει παρεμβληθεί ένα άτομο, ο μυθιστοριογράφος.
Τα πραγματικά γεγονότα δεν μεταφέρονται αυτούσια, αλλά μετασχηματίζονται από το δημιουργό του λογοτεχνικού έργου. Επηρεάζονται συνεπώς από τους οραματισμούς τον συγγραφέα, τις επιθυμίες του, τις προκαταλήψεις και τις ιδέες του. Ο ρεαλιστής μυθιστοριογράφος δεν επιδιώκει να μας δώσει μια φωτογραφική αναπαράσταση της ζωής, αλλά κάποια άποψή της, με πληρότητα, ζωντάνια και πειστικότητα. Χαρακτηριστικό στοιχείο της ρεαλιστικής γραφής είναι επίσης η ακρίβεια και η λεπτομέρεια.
ΝΑΤΟΥΡΑΛΙΣΜΟΣ: Η προσπάθεια για ολοένα και πιο πιστή αναπαράσταση της πραγματικότητας οδήγησε το ρεαλισμό στην πιο ακραία του μορφή: το νατουραλισμό. Οι νατουραλιστές αποδίδουν την πραγματικότητα, επικεντρώνουν μάλιστα το ενδιαφέρον τους στα προβλήματα της ζωής καταγράφοντας συχνά την άσχημη, την ωμή πλευρά της. Ο νατουραλισμός είναι εξέλιξη τον ρεαλισμού. Εισηγητής του ήταν ο Γάλλος μυθιστοριογράφος Αιμίλιος Ζολά. Τα δύο ρεύματα έχουν ορισμένες ομοιότητες μεταξύ τους, αλλά έχουν και βασικές διαφορές. Ο νατουραλιστής μυθιστοριογράφος, όπως και ο ρεαλιστής, τείνει σε μια μιμητική απεικόνιση της πραγματικότητας και επιλέγει κοινά θέματα από την καθημερινή ζωή. Ο νατουραλιστής ωστόσο μελετά την ηθική συμπεριφορά των προσώπων, για να δείξει ότι είναι δέσμιοι εξωτερικών δυνάμεων και εσωτερικών παρορμήσεων. Oι εξωτερικές δυνάμεις, φυσικές και κοινωνικές, περιορίζουν την ελευθερία τους. Οι εσωτερικές πάλι παρορμήσεις, όπως είναι το γενετήσιο ένστικτο, η πείνα, η σκληρότητα και η μοχθηρία, αφαιρούν από τον άνθρωπο την ιδιότητα του λογικού και ηθικού όντος. Παρουσιάζουν ακόμη οι νατουραλιστές προκλητικότερα θέματα και επιμένουν στην εξονυχιστική περιγραφή, στη φωτογραφική λεπτομέρεια.
ΠΑΡΝΑΣΣΙΣΜΟΣ: Ο παρνασσισμός αντιδρώντας στη θεματική του ξεπεσμένου ρομαντισμού αλλά και στο ατημέλητο ύφος και τους υπερβολικούς αισθηματισμούς του, αναζήτησε την έμπνευσή του στην κλασσική παράδοση, κυρίως στον αρχαίο ελληνικό και ρωμαϊκό πολιτισμό. Πρόβαλλε ως έμβλημά του την απάθεια και ως ιδανικό του την άψογη μορφική εμφάνιση των ποιημάτων. Οι Παρνασσιστές αγαπούν τον ηχηρό και ρωμαλέο στίχο, επιμένουν στην πλαστική του επεξεργασία και την πλούσια ομοιοκαταληξία και αποδίδουν μεγάλη σημασία στην ανεύρεση και τη χρήση της μοναδικής λέξης, αλλά και στις πολύ έντονες εκρηκτικές εικόνες και φράσεις, οργανωμένες όμως σε αυστηρή ισορροπία. Επιδιώκουν, επίσης, τον ηχητικό πλούτο και γενικότερα την εκμετάλλευση ως την ακρότητα των ρυθμικών και πλαστικών στοιχείων του στίχου. Η επίμονη όμως προσπάθεια για τη μορφική τελειότητα του στίχου οδήγησε τελικά σε επίδειξη ικανότητας στο χειρισμό των ποιητικών κανόνων και μόνο, με αποτέλεσμα να λείπει από τα ποιήματά τους η ζωή και η ανθρώπινη τρυφερότητα. Οι Έλληνες παρνασσιστές όσο κι αν ακολουθούσαν τους Γάλλους συναδέλφους τους, δεν έφτασαν ποτέ στην τέλεια απάθεια. Διατήρησαν την αρκετή αισθηματολογία, όχι τόσο με τη ρομαντική έννοια, όσο με την έννοια της κάποιας υποκειμενικής στάσης απέναντι στα θέματά τους. Κοντά στην επιμέλεια του στίχου εισάγουν στα ποιήματά τους την καθημερινότητα, την απλότητα στην έκφραση και τη θέρμη της κοινής ομιλίας.
ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ: Εμφανίζεται στα τέλη του 19ου αιώνα στη Γαλλία ως αντίδραση στη ρομαντική ποίηση και στη νατουραλιστική πεζογραφία. Το εννοιολογικό περιεχόμενο του ποιήματος πρέπει να περιοριστεί στο ελάχιστο. Βασικά στοιχεία του ποιήματος είναι η μουσικότητα και η υποβλητικότητα. Αυτό σημαίνει ότι ο ποιητής προσπαθεί να υποβάλει τις ψυχικές του διαθέσεις δίνοντας στο ποίημά του ένα τόνο μουσικό, που εξαρτάται από την ακουστική ποιότητα των λέξεων και την κατάλληλη τοποθέτησή τους. Υπάρχει συσχέτιση αντικειμένων και ψυχικών καταστάσεων. Τα αντικείμενα, δηλαδή, εκφράζουν τις ψυχικές καταστάσεις, γίνονται σύμβολά τους.
Ο συμβολισμός προσπάθησε και πέτυχε :α) να εκφράσει τις πιο μύχιες, ρευστές και ακαθόριστες ψυχικές καταστάσεις, β) να συσχετίσει αυτές τις καταστάσεις μτα αντικείμενα που τις εκφράζουν και γ) να πετύχει μια αρμονική ανταπόκριση ανάμεσα στο αντικείμενο (το σύμβολο στο
ποίημα είναι το τοπίο) και το συμβολιζόμενο (την ψυχική κατάσταση του ποιητή) με την όλη οργάνωση του ποιήματος, τη διάταξη δηλαδή των λέξεων, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να εκφράζεται η εσωτερική διάθεση μουσικά.
Η ζωή όμως κάθε λογοτεχνικού κινήματος έχει πάντοτε τα όριά της, γιατί εκείνα τα στοιχεία που στην αρχή εμφανίζονται ως ανανεωτικά, με την κατάχρηση γίνονται παράγοντες ανασταλτικοί οποιασδήποτε εξέλιξης. Κυνηγώντας τις σπάνιες λέξεις οι συμβολιστές προσπάθησαν να δημιουργήσουν το μουσικό τόνο του ποιήματος, ταυτόχρονα όμως οδήγησαν την ποίηση στην αποτελμάτωση.

ΝΕΟΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ: Τα κυριότερα χαρακτηριστικά της νεορομαντικής σχολής είναι:
• αίσθηση απαισιοδοξίας, αδιεξόδου, ανικανοποίητου
• επιθυμία μακρινού, ανέφικτου ονείρου
• παραίτηση από τα ιδανικά, την ελπίδα και την ζωή
• τάση φυγής από την ζοφερή πραγματικότητα
• στενή σχέση αλληλεπίδρασης, έως και ταύτισης, της ζωής του ποιητή και της τέχνης του
• σε επίπεδο μορφής, υπάρχει η διάθεση υπονόμευσης της παραδοσιακής στιχουργικής, αλλά οι εκπρόσωποι της σχολής αυτής δεν είναι έτοιμοι να συνθέσουν τα έργα τους σε ελεύθερο στίχο (ο οποίος απαντά στα ποιήματα των ποιητών της γενιάς του ’30).
Σημαντικές είναι επιρροές από προγενέστερες λογοτεχνικές τεχνοτροπίες:
• από τον ρομαντισμό της παλιάς Αθηναϊκής Σχολής (από τον οποίο υιοθετεί και το όνομά της η ποίησή αυτή) αντλεί την πένθιμη ατμόσφαιρα και τον μελοδραματικό τόνο.
• από τον συμβολισμό αντλεί την υποβολή μιας διάχυτης και απροσδιόριστης μελαγχολίας, την αναπόληση του παρελθόντος, τους χαμηλούς τόνους και την μουσικότητα του στίχου.
ΥΠΕΡΡΕΑΛΙΣΜΟΣ: Ο υπερρεαλισμός υπήρξε φιλολογική ποιητική και καλλιτεχνική κίνηση που είχε ως σκοπό την υπέρβαση του πραγματικού κόσμου με την καταγραφή ή την παράσταση των υποσυνείδητων ενεργειών της ψυχής και των ονειρικών της εντυπώσεων χωρίς την επέμβαση της λογικής. Παράλληλα ο υπερρεαλισμός απέβλεπε και στην ανανέωση όλων των ηθικών αξιών, της φιλοσοφίας και της επιστήμης. Ιδρυτής του υπήρξε ο Ανδρέ Μπρετόν. Ο υπερρεαλισμός επηρέασε την ποίηση, τη ζωγραφική, τη γλυπτική, τον κινηματογράφο, τη διακόσμηση κ.ά.
Ο υπερρεαλισμός εισέρχεται στην Ελλάδα στα μεταπολεμικά χρόνια και ένας σημαντικός αριθμός λογοτεχνών είτε υιοθετεί στοιχεία είτε τον υπηρετεί πιστά.

Χαρακτηριστικά:
Υπέρβαση των κανόνων της λογικής πραγματικότητας: ο υπερρεαλισμός θέλει να σπάσει τους κοινωνικούς και ηθικούς φραγμούς, ώστε να αναδυθεί ελεύθερα στην επιφάνεια το ένστικτο, το υποσυνείδητο και η πρωτογενής φαντασία, χωρίς καμία παρέμβαση της λογικής.
τεχνικές που απελευθερώνουν από τους λογικούς κανόνες: αυτόματη γραφή, εξερεύνηση του κόσμου των ονείρων (ακόμα και των ψυχικών αντιδράσεων υπό την επήρεια του υπνωτισμού), συνειρμική σύνδεση των νοημάτων.
Εικόνες που παραπέμπουν στον κόσμο των ονείρων, ανατρεπτικές, τολμηρές στη σύλληψή τους. Χαρακτηριστική είναι η συνδρομή των χρωμάτων.
αισθησιοκρατία: αφηρημένες έννοιες και νοήματα αποδίδονται με εικόνες (οπτικές, ακουστικές, κινητικές, οσφρητικές) και μέσω αυτών προσεγγίζονται με τη συνδρομή των αισθήσεων.
γλωσσική απελευθέρωση: η λογική, όπως καταδυναστεύει τη ζωή, με ανάλογο τρόπο θεωρήθηκε ότι καταδυναστεύει και τη γλώσσα. Το άτομο χρησιμοποιεί, δηλαδή, τις λέξεις μόνο με τη συμβατική, πρακτική σημασία τους για την καθημερινή επικοινωνία, χωρίς να τις προσέχει. Οι υπερρεαλιστές αναζητούν το γνήσιο περιεχόμενο των λέξεων μέσα από απροσδόκητες συνάψεις που δημιουργούν ποικίλους σημασιολογικούς συνδυασμούς και αποκαλύπτουν την πολυσημία της γλώσσας.
(Βέβαια, με το δεύτερο μανιφέστο για τον υπερρεαλισμό του Breton, το 1929, οι υπερρεαλιστές παραδέχονται ότι η επέμβαση της λογικής στη σκέψη και τη γλώσσα είναι αναπόφευκτη και αποδέχονται τις γλωσσικές και λογικές συμβάσεις ως αναγκαίες προϋποθέσεις για την επικοινωνία).
καταστρατήγηση των κανόνων της παραδοσιακής στιχουργικής
η προβολή του οράματος για ένα νέο κόσμο: οι υπερρεαλιστές ποιητές επιμένουν στο όραμα ενός νέου κόσμου, όχι πέρα από την πραγματικότητα, αλλά μέσα σε αυτήν, αφού η φαντασία θεωρείται μέρος της πραγματικότητας, συστατικό στοιχείο της, κρυμμένο πίσω από την επίφαση της λογικής.
Πηγή : «Έθνος» /Παιδεία