Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2013

Γλωσσικές προκαταλήψεις


O μέσος άνθρωπος, ιδιαίτερα ο μορφωμένος, έχει πολλές προκαταλήψεις σχετικά με τη γλώσσα. Οι προκαταλήψεις αφορούν κάθε άποψη της γλώσσας. Παρουσιάζονται μέσα απο τον τρόπο που συνήθως ρωτάμε τί είναι «καλή»και τί είναι «κακή» γλώσσα, στο συνηθισμένο φαινόμενο να εκτιμάμε μιά γλώσσα και να υποτιμούμε μιάν άλλη, στο πώς βλέπουμε την αναφορά της γλώσσας προς τον εξωτερικό κόσμο, στο συμβολισμό της γλώσσας με τη γραφή. Ακόμη και σε επιστημονικά αναπτυγμένες χώρες υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν οτι γλώσσα και ορθογραφία είναι το ίδιο πράγμα. Συνηθισμένος παραλογισμός είναι επίσης πώς σε άλλες επιστήμες, όπως η φυσική, η ιατρική, ή η κοινωνιολογία, δεν επιμένουμε πως είμαστε ειδικοί, άν δέν έχουμε ειδική προπαίδεια, σε θέματα γραμματικής ανάλυσης πιστεύουμε πως μπορούμε να έχουμε γνώση και να αποφασίζουμε χωρίς να διαθέτουμε αυτή την ειδική προπαίδεια. Με μια τέτοια αξίωση βέβαια αρνιούμαστε  στη γραμματική ανάλυση το δικαίωμα να είναι επιστήμη. Μάλιστα μας ενοχλεί αν μας υποδειχτεί ότι για τη γλωσσική ανάλυση χρειάζεται η εφαρμογή αυστηρών επιστημονικών αρχών, ενώ δε θα μας πείραζε άν π.χ. ένας βιοχημικός μας έλεγε ότι αν δέν έχουμε ειδικές γνώσεις βιοχημείας, καλύτερα να μην επιμένουμε σε δικές-μας πρόχειρες ερμηνείες. Σε τέτοιες αξιώσεις σχετικά με τη γλωσσική ανάλυση οδηγούμαστε και από το γεγονός ότι όλοι χρησιμοποιούμε τη γλώσσα σάν εργαλείο, ενώ σπάνια χρησιμοποιούμε τα αντικείμενα των άλλων επιστημών μ’ αυτό  τον τρόπο.
Οι προκαταλήψεις σε γλωσσικά θέματα είναι πιό δύσκολο να διορθωθούν απο ότι σε άλλες επιστήμες. Ίσως αυτό oφείλεται στο γεγονός οτι στους άλλους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας χρησιμοποιούμε γλώσσα γιανα αναφερθούμε σε κάτι διαφορετικό, ενώ στη γλωσσολογία χρησιμοποιούμε γλώσσα γιανα αναφερθούμε στην ίδια τη γλώσσα· δηλαδή μέσο και αντικείμενο της έρευνας δέν είναι εύκολο να διακριθούν. Επίσης πολλές προκαταλήψεις μας εντυπώνονται απο σφαλερή σχολική διδασκαλία, καθώς και απο τις λογής λογής παραδοξότητες που κάθε τόσο διακηρύσσουν διάφοροι αυτόκλητοι γλωσσονομοθέτες. Το κακό είναι οτι πολύ σπάνια επιστήμονες γλωσσολόγοι ενδιαφέρονται να διαφωτίσουν το κοινό σχετικά με τις διάφορες προκαταλήψεις.
Για τους παραπάνω λόγους οι πλάνες σχετικά με το αντικείμενο της γραμματικής ανάλυσης είναι περισσότερες και πιό βαθειά ριζωμένες απ' ότι οι πλάνες σχετικά με το αντικείμενο άλλων επιστημών. Με μιά γλωσσική προκατάληψη δεσμευόμαστε ψυχολογι­κά πολύ περισσότερα απο ότι θα δεσμευόμαστε με μιά σφαλερή αστρονομική αντίληψη, ή με μιά σφαλερή ερμηνεία ενός νόμου. Επομένως χρειάζεται πιό αποφασιστική και πιό συστηματική προσπάθεια, άν θέλει κανείς να απαλλαγεί απο γλωσσικές προκαταλήψεις, και μάλιστα να απαλλαγεί όχι μόνο λογικά, αλλά και ψυχολογικά.
Ένας βασικός σκοπός είναι να θεραπευτεί κανείς απο τη βασικότερη προκατάληψη των μορφωμένων: να πιστεύουν πως οι ίδιοι ξέρουν τους γλωσσικούς κανόνες, και πως οι λιγότερο μορφωμένοι δέν τους ξέρουν, «επειδή είναι αγράμματοι». Η προκατάληψη αυτή ξεκινάει απο έλλειψη σεβασμού προς τον απλό άνθρωπο. Αλλά με τέτοια προκατάληψη αξιόλoγη γλωσσική έρευνα δέ μπορεί να γίνει.
Ειδικά ισχυρές είναι οι γλωσσικές προκαταλήψεις στην Ελλάδα. Η χώρα-μας δέν έχει ακόμη να παρουσιάσει αρκετή επιστημονική ανάπτυξη. και επιπλέον τη βάρυνε για πολλές δεκαετίες και τη βαραίνει ακόμα η καθαρευουσιάνικη νοοτροπία. Ασφαλώς οι δύο καταστάσεις δέν είναι άσχετες μεταξύ-τους, αντίθετα η μία ενισχύει την άλλη (δές σσ. 178, 220-223. 228). Αποτέλεσμα είναι οτι η επιστημονική ανάλυση της νέας ελληνικής έχει παραμεληθεί σε σύγκριση με την επιστημονική ανάλυση άλλων ευρωπαϊκών γλωσσών, και συχνά, όταν γίνεται, στηρίζεται σε σφαλερές βάσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι πολλές απο τις αξιολογότερες μελέτες για τα νέα ελληνικά έχουν γίνει απο ξένους, ή απο Έλληνες που σπούδασαν και ίσως παραμένουν και εργάζονται στο εξωτερικό. Έτσι και το μάθημα της γραμματικής της νέας ελληνικής διδάσκεται στην κατώτερη και στη μέση εκπαίδευση μόνο εμπειρικά, στην ανώτερη εκπαίδευση σπάνια.
Ευάγγελος Β. Πετρούνιας, Νεοελληνική Γραμματική και συγκριτική ανάλυση, τ. Α΄, σελ. 27-28, εκδ. Ζήτη
(διατηρήθηκε η γραφή και η ορθογραφική πρόταση του δυναμικού τονισμού

Πίνακας με τα συνηθέστερα ρήματα σε αόριστο β'

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
ΑΟΡΙΣΤΟΣ Β΄
ἄγω
ἤγαγον
ἄγομαι
ἠγαγόμην
αἱρῶ
εἷλον
αἱροῦμαι
εἱλόμην
αἰσθάνομαι (αποθ.)
ᾐσθόμην
ἁμαρτάνω
ἥμαρτον
ἀνέχομαι
ἠνεσχόμην
ἀπαγορεύω
ἀπεῖπον
ἀπόλλυμαι
ἀπωλόμην
ἀφικνοῦμαι (αποθ.)
ἀφικόμην
βάλλω
ἔβαλον
βάλλομαι
ἐβαλόμην
γίγνομαι (αποθ.)
ἐγενόμην
εἰμὶ
ἐγενόμην
ἕπομαι (αποθ.)
ἑσπόμην
ἔρχομαι (αποθ.)
ἦλθον
ἐρωτάω -ῶ
ἠρόμην
εὑρίσκω
εὗρον/ ηὗρον
εὑρίσκομαι
εὑρόμην/ ηὑρόμην
ἔχω
ἔσχον
ἔχομαι
ἐσχόμην
(ἀπο)θνῄσκω
(ἀπ)ἔθανον
λαγχάνω
ἔλαχον
λαμβάνω
ἔλαβον
λαμβάνομαι
ἐλαβόμην
λανθάνω
ἔλαθον
λανθάνομαι
ἐλαθόμην
λέγω
εἶπον
λείπω
ἔλιπον
λείπομαι
ἐλιπόμην
μανθάνω
ἔμαθον
ὄλλυμαι
ὠλόμην
ὁρῶ
εἶδον
ὁρῶμαι
εἰδόμην
ὀφείλω
ὤφελον
ὀφλισκάνω
ὦφλον
πάσχω
ἔπαθον
πείθω
ἔπιθον
πείθομαι
ἐπιθόμην
πίπτω
ἔπεσον
πυνθάνομαι (αποθ.)
ἐπυθόμην
τέμνω
ἔτεμον
τέμνομαι
ἐτεμόμην
τίκτω
ἔτεκον
τρέπω
ἔτραπον
τρέπομαι
ἐτραπόμην
τρέχω/ θέω
ἔδραμον
τυγχάνω
ἔτυχον
ὑπισχνοῦμαι
ὑπεσχόμην
φέρω
ἤνεγκον
φεύγω
ἔφυγον