Κυριακή 14 Ιουλίου 2013

Η αρχαία ελληνική τέχνη και η ακτινοβολία της, (αποσπάσματα από τον πρόλογο των συγγραφέων*)


 Είναι γενικά αποδεκτό ότι οι αρχαίοι Έλληνες δημιούργησαν με την τέχνη τους αισθητικές αρχές και πρότυπα που κέρδισαν ευρεία αποδοχή και απέκτησαν παγκόσμια ακτινοβολία. Είναι επίσης γεγονός ότι η αρχαία ελληνική τέχνη λειτούργησε διαχρονικά ως πρότυπο και καθορίζει ως σήμερα, άμεσα ή έμμεσα, τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε και αποτιμούμε την καλλιτεχνική δημιουργία. Οφείλουμε όμως να επισημάνουμε ότι, όσο οικεία και αν μας φαίνεται σήμερα η τέχνη αυτή, η κατανόηση της δεν είναι εύκολη, επειδή προϋποθέτει μια συνολική αντίληψη του πολιτισμού που τη δημιούργησε και επίσης τη γνώση της μακρόχρονης ιστορικής του εξέλιξης. Εξίσου χρήσιμη και αναγκαία με τη συστηματική μελέτη της τέχνης των αρχαίων Ελλήνων είναι η διερεύνηση της επίδρασης που άσκησε στους καλλιτέχνες και τους πνευματικούς ανθρώπους της νεότερης Ευρώπης, ιδιαίτερα από την Αναγέννηση και έπειτα, η γνωριμία με τα ίδια τα έργα, που για αιώνες θεωρήθηκαν αξεπέραστα πρότυπα και παραμένουν σταθερές αξίες στον σημερινό, παγκόσμιο πλέον, πολιτισμό, του οποίου η αισθητική είναι ανοιχτή σε πολλές και διαφορετικές τάσεις και επιδράσεις.
Ειδικά οι δημιουργίες της λεγόμενης κλασικής περιόδου (από τους Περσικούς Πολέμους ως τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου: 480-323 π.Χ.) θεωρήθηκαν ήδη στην Αρχαιότητα υποδείγματα αισθητικής τελειότητας και έγιναν αντικείμενο θαυμασμού και μίμησης. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι την επίδραση της ελληνικής τέχνης την ανιχνεύουμε όχι μόνο στον άμεσο γεωγραφικό περίγυρο της Ελλάδας και στην περιοχή της Μεσογείου, όπου οι Έλληνες είχαν από νωρίς ιδρύσει αποικίες, αλλά σε έναν ευρύτατο γεωγραφικό χώρο που εκτείνεται από την κεντρική Ασία ως τη βόρεια Ευρώπη και την Αφρική.
[…]
Με την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου η ελληνική τέχνη κέρδισε ακόμη περισσότερο έδαφος και έφτασε μέσα σε σύντομο χρόνο ως την Ινδία. Σημαντικότερη όμως από αυτή τη γρήγορη εξάπλωση υπήρξε η εδραίωση, στους αιώνες που ακολούθησαν, των αισθητικών προτύπων της ελληνικής τέχνης στον τεράστιο γεωγραφικό χώρο που κάλυπταν τα βασίλεια των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αλλά και πέρα από αυτά. Τα ίδια αυτά πρότυπα επέδρασαν καθοριστικά στην τέχνη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και καθόρισαν την εξέλιξη της ως το τέλος της Αρχαιότητας. Μπορούμε επομένως να πούμε ότι η αρχαία ελληνική τέχνη απέκτησε από νωρίς οικουμενική διάσταση.
Ακόμη και μετά το τέλος της Αρχαιότητας και την επικράτηση του χριστιανισμού, που εισήγαγε ένα νέο σύστημα αξιών, η ελληνική τέχνη δεν έσβησε, αλλά παρέμεινε, αν και σε μικρότερο βαθμό, πηγή έμπνευσης για τους καλλιτέχνες. Στο ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (το λεγόμενο Βυζάντιο) τα αισθητικά πρότυπα της αρχαίας τέχνης δεν εγκαταλείφθηκαν ποτέ εντελώς και βλέπουμε μάλιστα να επανεμφανίζονται κατά περιόδους με μεγαλύτερη ή μικρότερη συχνότητα. Στο δυτικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αντίθετα, η παράδοση της Αρχαιότητας εγκαταλείπεται μετά τις βαρβαρικές επιδρομές του 5ου και του 6ου αιώνα. Το ενδιαφέρον άρχισε να ξυπνά και πάλι τον 9ο αιώνα (την εποχή του Καρλομάγνου), παρέμεινε όμως περιορισμένο.
Από την εποχή όμως της Αναγέννησης και έπειτα η τέχνη της ελληνικής Αρχαιότητας - αρχικά μέσα από κλασικιστικές δημιουργίες των ρωμαϊκών χρόνων και αργότερα με τη γνωριμία έργων των παλαιότερων περιόδων - επανήλθε θριαμβευτικά στο προσκήνιο και έγινε πρότυπο και σημείο αναφοράς, αρχικά στην Ιταλία και αργότερα σε ολόκληρη την Ευρώπη, όχι μόνο ως προς την αισθητική, αλλά και ως προς τη θεματολογία. Κορύφωση της συνεχούς επαφής της νεότερης ευρωπαϊκής τέχνης με εκείνη της Αρχαιότητας είναι ο κλασικισμός του τέλους του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνα. Στη νεότερη Ελλάδα, που απέκτησε κρατική υπόσταση την εποχή που ο κλασικισμός ήταν η κυρίαρχη τεχνοτροπία στην Ευρώπη, η πρόσληψη της αρχαίας τέχνης, είτε άμεσα είτε διαθλαστικά μέσα από την ευρωπαϊκή τέχνη, συνέβαλε καθοριστικά στη διαμόρφωση μιας νέας πολιτιστικής ταυτότητας.

Μ. Βουτυράς & Α. Γουλάκη-Βουτυρά, Η αρχαία ελληνική τέχνη και η ακτινοβολία της, Θεσσαλονίκη, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών, 2011, 15-16

Η σημασία της ενδυμασίας στη ζωή του ανθρώπου

Η ενδυμασία είναι ένα από τα σπουδαιότερα συστατικά της καθημερινής ζωής και ταυτόχρονα σημαντικό πολιτιστικό στοιχείο, καθώς οι διάφορες εποχές κρίνονται και από την ενδυμασία των ανθρώπων και ο ίδιος ο άνθρωπος οποιασδήποτε εποχής χαρακτηρίζεται από την ενδυμασία του.Είναι γεγονός ότι την πρώτη εντύπωση ο άνθρωπος τη δίνει με την εξωτερική του εμφάνιση. Πολλές φορές, πριν σι άλλοι γνωρίσουν τη σκέψη του και τα συναισθήματά του, έχουν ήδη δεχτεί τα πρώτα μηνύματα για την προσωπικότητά του από την εξωτερική του εμφάνιση, Το ένδυμα, όποιο κι αν είναι, είναι ο δεύτερος εαυτός μας, αυτός ακριβώς που βλέπουν οι άλλοι με μια πρώτη ματιά. “Πόσο η εξωτερική εμφάνιση (φόρεμα προπάντων αλλά και κόμμωση, στάση, περπάτημα) είναι συνάρτηση της εσωτερικής μας δομής, φαίνεται από το γεγονός ότι και μόνο από τον τρόπο που ντύνεται ο άνθρωπος μπορεί να μαντέψει κανείς το επάγγελμα, την κοινωνική θέση, την παιδεία του, αλλά και πολλές πτυχές του χαρακτήρα του» (Ε. Π. Παπανούτσος). Το ένδυμα αποτελεί διακριτικό στοιχείο του επαγγέλματος, όπως π,χ, το ράσο του ιερέα, η άσπρη μπλούζα του γιατρού και της νοσοκόμας, οι διάφορες στολές αξιωματικών του στρατού, του ναυτικού, της αστυνομίας, της πυροσβεστικής υπηρεσίας κ.λπ. Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε την ενδυμασία σαν την ταυτότητα της προσωπικότητάς μας. Όπως στην ταυτότητά μας γράφονται στοιχεία που μας προσδιορίζουν και μας προσδίδουν μοναδικότητα, έτσι και το ένδυμα, κατά ένα τρόπο, προσδιορίζει την ηλικία μας, το φύλο, την εποχή, την οικονομική μας κατάσταση, το πολιτιστικό μας επίπεδο, τις θρησκευτικές μας αντιλήψεις, τις αρχές και παραδόσεις μας, την εθνικότητά μας, τον τόπο καταγωγής μας και πολλά άλλα στοιχεία. Η βέρα, για παράδειγμα, είναι διακριτικό γνώρισμα των παντρεμένων σε όλες σχεδόν τις πολιτισμένες κοινωνίες, το τσαντόρ είναι ρούχο που φοριέται από γυναίκες σε ορισμένες μουσουλμανικές χώρες και το μικρό στρογγυλό κάλυμμα στο κεφάλι είναι γνώρισμα των ορθόδοξων Εβραίων. Το ένδυμα φανερώνει τις ιδιαίτερες κλίσεις, τα ταλέντα, τις επιδιώξεις και τους σκοπούς, την ιδεολογία και τον τρόπο ζωής αυτού που το φοράει, όπως π.χ. οι καλλιτέχνες έχουν έναν ιδιαίτερο τρόπο εμφάνισης και αμφίεσής τους και επίσης οι ομάδες των αναρχικών νέων αναγνωρίζονται από τη χαρακτηριστική τους εξωτερική εμφάνιση, Ακόμη οι θρησκόληπτοι τύποι των ανθρώπων ξεχωρίζουν αναμφισβήτητα από τους άλλους με τη συντηρητική τους εμφάνιση. Το ένδυμα παράλληλα εκφράζει τα ήθη και τα έθιμα ενός λαού, τις αξίες, τα πρότυπα μιας κοινωνίας και την τεχνική εξέλιξη. Ακόμα είναι ένας τρόπος επανάστασης και ένα πέρασμα νέων ιδεών και αντιλήψεων για τη ζωή, όπως συνέβη με τους χίπις τη δεκαετία του 1960-70, που απέρριπταν το κατεστημένο. εκδηλώνοντας την αντίθεσή τους με πολύχρωμα ρούχα, μακριά μαλλιά και γενιά. Είναι ολοφάνερο το τι οφείλει στο φόρεμα η συνείδηση του κοινωνικού «Μας φτάνει να κοιτάξουμε τον εαυτό μας, να τον αισθανθούμε μέσα στα φορέματά μας, για να ξέρουμε τι είμαστε: αστοί μέσα στο πανωφόρι, εργάτες κάτω από το σκούφο, αγρότες απάνω στο χοντρά παπούτσια.. Επειδή φορώ ορισμένη στολή, άλλοι με μεταχειρίζονται κατά τη θέση μου και έτσι αποκτώ κοινωνική συνείδηση του εαυτού μου με αυτή τη συμπεριφορά των άλλων απέναντι μου, συμπεριφορά προκαλεί το ντύσιμο μου». Με λίγα λόγια η ενδυμασία δημιουργεί την κοινωνική διαφοροποίηση των ανθρώπων την οποία και οι ίδιοι επιζητούν. «Φαντάζεστε ότι μπορεί να επιβληθεί, να έχει συνείδηση του εαυτού του "πλήρη", να ασκήσει την εξουσία ή την αποστολή του ένας αξιωματικός χωρίς στολή, ένας παπάς δίχως ράσο, ένας δικαστής ντυμένος όπως ο κατηγορούμενος; Ο Carlyle, θαρρώ, προτείνει κάπου να κάνομε ένα μικρό "νοερά πείραμα", για να βεβαιωθούμε πόσο αξίζουν οι μεγάλοι τιτλούχοι της κοινωνίας, εκείνοι που η σύμβαση και ο εθισμός τούς έχει υψώσει σε θέσεις μεγαλοσύνης και ισχύος: Υποθέστε -λέει- ότι σε μια soire de gala της Όπερας πέφτουν και εξαφανίζονται τα ρούχα όλων των θεατών μπορείτε πια να ξεχωρίσετε το βασιλέα οπό τον ταξιθέτη, τη στρατηγίνα από τη σιδερώτρια της σκηνής;... Με το φόρεμα πάει και ο κοινωνικός διαφορισμός· αποτέλεσμα η πλήρης εξομοίωση αριθμητικό πλήθος». (Ε. Π. Παπανούτσος). Η ενδυμασία είναι ένας τρόπος για να προσελκύσουν οι άνθρωποι την προσοχή και το θαυμασμό των άλλων. Πολλοί που δεν έχουν άλλα προσόντα και ικανότητες   για να ξεχωρίσουν από το πλήθος βρίσκουν αποτελεσματικό μέσο την προβολή τους με την ενδυμασία, ακόμη κι αν φθάνουν σε σημείο γελοιοποίησης τους. Η εξωτερική εμφάνιση τις περισσότερες φορές αποτελεί κριτήριο του ψυχισμού του ανθρώπου, Η ενδυμασία καλύπτει και αποκαλύπτει μυστικές επιθυμίες σκοπούς και γίνεται πολλές φορές το μέσο για την επιτυχία των σκοπών. Με την κατάλληλη ενδυμασία, αυτή δηλαδή που μας εξασφαλίζει την ποθητή εικόνα του εαυτού μας, αποκτούμε αυτοπεποίθηση, αισθανόμαστε σιγουριά και συμπεριφερόμαστε άνετα. Αν ένα ρούχο είναι άβολο πάνω μας, χάνουμε τη σιγουριά μας και πιστεύουμε ότι δεν είμαστε εμείς, δηλαδή δεν αναγνωρίζουμε τον εαυτό μας, με αποτέλεσμα να δημιουργείται μέσα μας άσχημη διάθεση, που φαίνεται από τη  συμπεριφορά μας απέναντι στους άλλους. Αντίθετα, οι περισσότεροι άνθρωποι, φορώντας κάτι καινούργιο, ανανεώνονται,  αποκτούν χαρούμενη διάθεση και βλέπουν τα πράγματα με άλλο μάτι. Ένα παράδειγμα: υπάρχουν άτομα με άσχημη ψυχολογική διάθεση που αγοράζουν κάτι  καινούργιο, γιατί πιστεύουν ότι αυτό θα τους αλλάξει τη διάθεση, πράγμα που συχνά γίνεται. Δικαιολογημένα, λοιπόν, ο SHAKESPEAR γράφει στον Κοριολανό του: «Αν σωπαίνουμε  και δε μιλούσαμε, τα ρούχα μας θα  και η κατάσταση του σώματός μας, θα πρόδιδαν τη ζωή που ζούμε».

Νεράιδα