Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2014

Χωρίς βιβλία - με βιβλία παντού

Του Νίκου Ξυδάκη
Oταν διάβασα το θέμα της Έκθεσης (Γλώσσας, σωστότερα) στις Πανελλήνιες Εξετάσεις*, σκέφτηκα ότι πάλι το αξιοθρήνητο εκπαιδευτικό σύστημα δεν καταλαβαίνει τίποτε από την εποχή μας και καλεί τα παιδιά να ηθικολογήσουν. Με κακή σύνταξη και λογικά σφάλματα, με αυθαίρετες αναγωγές, ο εξεταστής ζήτησε από τους δεκαοκτάχρονους να εξηγήσουν γιατί κατ’ έθιμον σχίζουν και καίνε τα σχολικά εγχειρίδια στο τέλος της χρονιάς και πώς το βιβλίο μπορεί να συνυπάρξει αρμονικά με τα ηλεκτρονικά μέσα πληροφόρησης και γνώσης.
Ο εξεταστής αυθαιρετεί και ακροβατεί. Κατ’ αρχάς, ταυτίζει το τρέχον, χαμηλής ποιότητας σχολικό βιβλίο με το βιβλίο εν γένει, από καταβολής. Δεύτερον, καλεί τους εφήβους, όλους καλωδιωμένους και δικτυωμένους, να επιχειρηματολογήσουν υπέρ ενός μέσου και μιας κουλτούρας που δεν έχουν βιώσει, δηλαδή να ηθικολογήσουν υπέρ της άχρονης και καθολικής και οικουμενικής αξίας του έντυπου μέσου, δηλαδή να παπαγαλίσουν τα (α), (β), (γ), (β), από τη φροντιστηριακή διδασκαλία των SOS θεμάτων. Τρίτον, έλασσον ίσως αλλά μείζον όταν πρόκειται για μάθημα Γλώσσας: ονομάζει, με ρηχό και απλουστευτικό τρόπο, «ηλεκτρονικά μέσα», το αχανές και πολυδαίδαλο ψηφιακό - δικτυακό σύμπαν. Τέλος, και αφού ήδη έχει προκαλέσει σύγχυση με την ελλιπή ορολογία, τη λήψη ζητουμένου και τη χειραγώγηση του ερωτώμενου, αυθαιρέτως και ασυναρτήτως ο εξεταστής μεταφέρει τη συζήτηση από το τελετουργικό κάψιμο των σχολικών βιβλίων (τελούμενο ετησίως από όλες τις προψηφιακές γενιές) «στους τρόπους που θα συμβάλουν στην αρμονική συνύπαρξη του βιβλίου με τα ηλεκτρονικά μέσα» (sic). Ράβδος στη γωνία, άρα βρέχει...
Τέλος πάντων, το θέμα μας δεν είναι οι ασυνταξίες και τα λογικά χάσματα στις Πανελλήνιες Εξετάσεις της Γλώσσας. Αυτά έχουν επισημανθεί πολλές φορές. Αξίζει να σταθούμε όμως στη ρηχή αντίληψη του εξεταστή -δηλαδή του σχολικού συστήματος- για τον ρόλο του βιβλίου σήμερα, για το μέλλον του, αλλά κυρίως τη ρηχή αντίληψη για τη διείσδυση των ψηφιακών μέσων στις νεότερες γενιές. Στα μυαλά των εξεταστών και του συστήματος, αυτού ακριβώς του συστήματος που παράγει εξόφθαλμαπροχειροφτιαγμένα και απωθητικά βιβλία, το βιβλίο είναι ιερό, άχρονο και αμετάβλητο, ένα τοτέμ. Με αυτό εισήλθαμε στους νεότερους χρόνους, με αυτό θα πορευτούμε στην αιωνιότητα. Το βιβλίο είναι το Αγαθό, τα μαζικά μέσα είναι το Σκότος. Το βιβλίο είναι ο Λόγος, οτιδήποτε άλλο φέρει κείμενο ή αφήγηση είναι Απειλή. Ακόμη και το δοκίμιο του Αγγελου Τερζάκη αντηχεί αυτή τη μανιχαϊστική αντιπαράθεση του βιβλίου με τα μαζικά μέσα. (Ποια μέσα άραγε; Τα ραδιοτηλεοπτικά; ΄Η τις εφημερίδες όπου ο Τερζάκης δημοσίευε τέτοιες επιφυλλίδες;)
Ομως οι δεκαοκτάχρονοι πολίτες που καλούνται να μηρυκάσουν ηθικολογικά κλισέ, αυτοί που θα ασκήσουν το εκλογικό δικαίωμά τους σε λίγες ημέρες, είναι όλοι τους παιδιά της ψηφιακής εποχής, κανείς τους δεν θυμάται τον κόσμο χωρίς υπολογιστή, χωρίς κινητό, χωρίς Διαδίκτυο, γεννήθηκαν με αυτά, μέσα σε αυτό το περιβάλλον διαμορφώθηκαν πνευματικά και συναισθηματικά. Περισσότερο κείμενο διαβάζουν στις οθόνες υπολογιστών και κινητών, απ’ ό, τι σε τυπωμένες σελίδες. Κανείς δεν έχει δει γραφομηχανή, τέλεξ, ελάχιστοι έχουν δει οικιακό πικάπ με δίσκους βινυλίου, φαξ. Είναι η τελευταία γενιά που πρόλαβε να δει τον Μόγλη από βιντεοκασέτα και να φωτογραφηθεί σε φιλμ. Τα βιβλία που έχουν διαβάσει σχεδόν όλα τα έχουν δει και στο σινεμά, από τον Χάρι Πότερ έως τον Αρχοντα των Δαχτυλιδιών και το V for Vendetta. Τώρα τα κατεβάζουν από σέρβερ και τα κουβαλάνε στο λάπτοπ. Κι ας έχουν γεννηθεί και μεγαλώσει σε σπίτια με βιβλία, ίσως κατάφορτα από βιβλία, εγκυκλοπαίδειες, λευκώματα, χάρτινα μέσα. Ολοιαντιλαμβάνονται τους εαυτούς τους σαν παιδιά της μεταγουτεμβέργειας εποχής.
Οπως ακριβώς εξηντάχρονος φίλος, γραφιάς μεγαλωμένος με χαρτί και μελάνι, θυμόταν ότι στη Γαλλία της δεκαετίας ’70 αστυνομικοί που του έκαναν έλεγχο βίζας διασταύρωσαν τα στοιχεία τους on line από το περιπολικό. Τόσο καλή θυμόταν την οργάνωση του γαλλικού κράτους... Οταν του υπενθυμίσαμε ότι το ’70 δεν υπήρχε ούτε Ιντερνετ ούτε καν προσωπικός υπολογιστής, έμεινε εμβρόντητος, αυτός ο άνθρωπος του χαρτιού και του Τύπου.
Το βιβλίο άρα, γι’ αυτούς τους γεννηθέντες το 1991, λίγο μετά το Web, το τερζάκειο «γκόλφι» - φυλαχτό του πολιτισμού των γονιών και των των παππούδων τους, είναι βαρύτιμο και αξιοσέβαστο, αλλά πολύ λίγο χρήσιμο πια, πιάνει ελάχιστο τόπο στις ζωές τους. Προσοχή: Οχι σαν περιεχόμενο, αλλά σαν περιέκτης.Οχι σαν κείμενο, αλλά σαν υλικός φορέας του κειμένου.
Το κείμενο σήμερα είναι παντού, όχι μόνο στο χαρτί. Η γνώση υπάρχει διάσπαρτη στην αενάως διαστελλόμενη wikipedia και στις αστείρευτες δεξαμενές του Δικτύου - η Αγία Γραφή, τα μεγάλα θρησκευτικά και φιλοσοφικά κείμενα, οι Ελληνες κλασικοί, οι Ευρωπαίοι κλασικοί, οι βιογραφίες, οι ρηξικέλευθες ιδέες, οι ταινίες, οι μουσικές, οι ζωγραφιές και οι φωτογραφίες... Πολύ περισσότερο, το διαρκώς διαστελλόμενο Δίκτυο γράφεται από τους ίδιους τους αναγνώστες - χρήστες - θεατές. Μιαπραγματωμένη ουτοπική βιλιοθήκη χωρίς όρια, σαν αυτήν που ονειρεύονταν οι Αλεξανδρινοί, οι ουτοπιστές, ο Μπόρχες... Κι ακόμη παραπέρα.
Δεν ξέρουμε πώς θα είναι το βιβλίο ή ο Τύπος στο εγγύς μέλλον. Αν θα τυπώνονται μεμονωμένα χάρτινα αντίτυπα στο σπίτι ή στο περίπτερο, αν θα διατίθενται όλα τα βιλία του κόσμου για κατέβασμα, αν ο έντυπος λόγος θα επιδοτείται ως δημόσιο αγαθό, όπως οι δρόμοι, τα σχολεία και τα νοσοκομεία. Η γραφή και η ανάγνωση είναι δημόσιο αγαθό, και είναι πυλώνας της δημοκρατίας.
Ομως, ακριβώς όπως ο Γουτεμβέργιος πρόσφερε τη Βίβλο και το βιβλίο στις μάζες και άνοιξε την πόρτα της νεωτερικότητας, έτσι και το ψηφιακό περιβάλλον, παρότι αποδιαρθρώνει εννοιολογήσεις και συνήθειες, παρότι αποϋλοποιεί το βιβλίο, παρότι κλονίζει βιομηχανίες και επαγγέλματα, ουσιαστικάεπαναθεμελιώνει το βιβλίο, τη γραφή, την ανάγνωση, τον τρόπο που βιώνουμε τη γνώση και τη δημοκρατία.
Αλλά αυτή η διαπίστωση δεν περνάει από τον νου του σχολικού μας συστήματος.

* 2009

18-05-2009

Λογοτεχνία Θεωρητικής Κατεύθυνσης Γ' Λυκείου: Γιώργης Παυλόπουλος, Τα αντικλείδια

(το υλικό έχει αντληθεί από: http://users.sch.gr/symfo/)

Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.
Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν
τίποτα και προσπερνούνε. Όμως μερικοί
κάτι βλέπουν, το μάτι τους αρπάζει κάτι
και μαγεμένοι πηγαίνουνε να μπουν.
Η πόρτα τότε κλείνει. Χτυπάνε μα κανείς
δεν τους ανοίγει. Ψάχνουνε για το κλειδί.
Κανείς δεν ξέρει ποιος το έχει. Ακόμη
και τη ζωή τους κάποτε χαλάνε μάταια
γυρεύοντας το μυστικό να την ανοίξουν.
Φτιάχνουν αντικλείδια. Προσπαθούν.
Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ
για όσους μπόρεσαν να ιδούν στο βάθος.
Ίσως τα ποιήματα που γράφτηκαν
από τότε που υπάρχει ο κόσμος
είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά αντικλείδια
για να ανοίξουμε την πόρτα της Ποίησης.

Μα η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.


υλικό για τη διδασκαλία
(από το "δυσεύρετο" βιβλίο του καθηγητή)


1. Αν ό,τι λέμε ποίηση δεν είναι μόνο και τόσο το άθροισμα των εκατομμυρίων ποιημάτων που γράφτηκαν πάνω στη γη, αλλά προπάντων ο ρυθμός που συνέχει τον μέσα και τον έξω κόσμο (το μοναχικό τραγούδι των Μουσών στο προοίμιο της Θεογονίας του Ησιόδου), τότε η τύχη του ποιήματος εξαρτάται από το κατά πόσον αναπολεί και ανακαλεί αυτόν τον κρυφό ρυθμό, που κάποτε γίνεται και ονειρικός εφιάλτης. Ας πούμε λοιπόν πως το κάθε ποίημα είναι ένα βέλος μοναχικό που σκοπεύει το ρυθμικό κέντρο του κόσμου και φαντάζεται πως είναι και μοναδικό, σημάδι και σύμβολο, εκείνης της κρυμμένης ποίησης. Αν καθ' οδόν πολλαπλασιάζεται, τούτο συμβαίνει γιατί ο ποιητής αισθάνεται πως η βολή κάπως και κάπου αστόχησε, και ξαναδοκιμάζει.
Το παράκανα ίσως με τις μεταφορές και τις παραβολές, προσπαθώντας να πω πως Τα Αντικλείδια του Παυλόπουλου πρέπει πρώτα να ακουστούν μόνα τους: ως δοκιμές για να οριστεί το άπιαστο είδωλο της ποίησης και το φάντασμα του ενός ποιήματος. Κι αυτή, νομίζω, είναι η πρώτη αρετή τους.

Δ.Ν. Μαρωνίτης, «Τα αντικλείδια της ποίησης», Διαλέξεις, Στιγμή, 1992, σ. 135-151


2. Τόσο στα Αντικλείδια όσο και στον Αίνο άμμο, λοιπόν, έχουμε να κάνουμε με ποιήματα ποιητικής, τα περισσότερα από τα οποία αποπνέουν την αίσθηση του ανικανοποίητου και του φευγαλέου, του χειροπιαστού -σώματος ή πράγματος- που όμως ξαφνικά εξαϋλώνεται και εξαφανίζεται, από κοντινό και οικείο γίνεται μακρινό και απρόσιτο, από φιλικό γίνεται απροσδόκητα άφιλο ή και εχθρικό ακόμη, κάποτε μάλιστα γίνεται επίβουλα εχθρικό, όπως συμβαίνει συνήθως με το εκάστοτε γραφόμενο -τη στιγμή που γράφεται- ποίημα.

Κώστας Παπαγεωργίου, «Ο ποιητής Γιώργης Παυλόπουλος», Γράμματα και Τέχνες, ό.π.,σ. 29-30.

3. Ας πάρουμε ως πρώτο παράδειγμα το ποίημα του «Τα Αντικλείδια» από την ομώνυμη συλλογή του. Ο Παυλόπουλος γράφει:
Πολλά έχουν γραφεί για αυτό το ποίημα. Αυτό όμως είναι εντελώς φυσικό, γιατί ένα ποίημα που έχει ως θέμα την υφή της ίδιας της ποίησης αναπόφευκτα θα τραβήξει το ενδιαφέρον των κριτικών και θεωρητικών της ποίησης. Αλλά το ποίημα δεν προσφέρει εύκολες απαντήσεις στα ερωτήματα για την φύση της ποίησης που απασχολούν και τον ίδιο τον ποιητή. Οι δυσκολίες γίνονται μεγαλύτερες καθ' όσον προσπαθούμε να διατυπώσουμε τις ιδέες του ποιητή για τη φύση της ποίησης ανεξάρτητα από το ποίημα. Έτσι πολλοί, στην προσπάθεια τους να ερμηνεύσουν τις ιδέες του ποιητή ανεξάρτητα από το ποίημα, έχουν αντιμετωπίσει ερωτήσεις που φαίνονται αναπάντητες. Αν η ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή, γιατί χρειαζόμαστε αντικλείδια; Αν η ποίηση είναι πόρτα, σε τι είναι πόρτα; Όταν κοιτάμε μέσα, σε τι μέσα κοιτάμε;
Ίσως όμως κάτι μπορεί να καταλάβουμε από το νόημα του ποιήματος χωρίς να απαντήσουμε όλες αυτές τις ερωτήσεις. Η ποίηση, μας λέει ο ποιητής, είναι μια πόρτα ανοιχτή. Μερικοί συναντούν την πόρτα και την προσπερνούν. Δεν κοιτάζουν για τίποτα, αλλά ούτε και βλέπουν τίποτα. Αυτοί όμως που βλέπουν κάτι και που συναρπάζονται από τη μαγεία του, προσπαθούν να μπουν μέσα - προσπαθούν να δουν περισσότερα. Η πόρτα (η ποίηση) τότε κλείνει και δεν υπάρχει κλειδί γι' αυτήν. Αναπόφευκτα μερικοί χάνουν όλη τους τη ζωή ψάχνοντας για το ανύπαρκτο κλειδί που θα τους ανοίξει την πόρτα της ποίησης - θα τους επιτρέψει να εννοήσουν τη φύση της. Δυστυχώς ή ευτυχώς, το μόνο που μπορεί να κάνει κανείς, είναι αντικλείδια - δηλαδή, ποιήματα. Με άλλα λόγια, η κατανόηση μας του ποιητικού κόσμου, αυτό που προσπαθούμε να αρπάξουμε με το μάτι μας όταν κοιτάμε μέσα, μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τα ποιήματα που δημιουργούμε.

Γιώργος Αναγνωστόπουλος, «Γιώργης Παυλόπουλος - Ποιητής ολίγων λέξεων και πολλών ιδεών», Γράμματα και Τέχνες, τεύχ. 83, Φεβρ.-Μάιος 1998, σ. 31 -36.



4. Η ποιητική δημιουργία είναι μια πράξη ερωτική και συνάμα μια υπέρτατη δοκιμασία, παλεύοντας στο μεταίχμιο ζωής και θανάτου να φτάσεις στην αλήθεια της τέχνης σου. Η στιγμή αυτής της αλήθειας είναι απατηλή και πρόσκαιρη όπως η στιγμή κάθε ευτυχίας. Γρήγορα ξαναρχίζεις, πέφτοντας πάλι στην ίδια κατάσταση. Και η μόνη φιλοδοξία σου είναι, να μην καταλάβει ποτέ κανείς την αγωνία σου όταν έγραφες το έργο σου, να μην φανεί ποτέ μέσα στο έργο το παραμικρό σημάδι αυτής της αγωνίας.
Τα πράγματα που αγγίζουν σε βάθος, τη ζωή μας, όπως η Ποίηση, μπορεί να ειπωθούν μονάχα μέσα από τις προσωπικές εμπειρίες μας. Δεν ορίζονται μέσα από θεωρίες και αφηρημένες έννοιες. Νομίζω ότι δεν υπάρχει κανένας ορισμός για την Ποίηση. Ωστόσο ας μου επιτραπεί να την φαντάζομαι και να την ονειρεύομαι σαν μια πόρτα ανοιχτή.

«Ο Γιώργης Παυλόπουλος μιλάει για την ποίηση και το έργο του», Γράμματα και Τέχνες, τεύχ. 83, Φεβρ.-Μάιος 1998, σ. 24-26


5. Και τώρα μπορώ να πω ότι θεωρώ τον Γιώργη Παυλόπουλο ένα πολύ σημαντικό ποιητή γιατί πέρα από θαυμάσιους στίχους και εξαίσια ποιήματα έχει ντύσει ένα ολόκληρο ποιητικό έργο, έναν πολυδιάστατο ποιητικό κόσμο. Ο Παυλόπουλος δεν μας αναγκάζει να διαρρήξουμε τις πόρτες αυτού του κόσμου. Ούτε όμως αφήνει πάντα τις πόρτες του ανοιχτές. Μας δίνει τα αντικλείδια, όπως λέει ο ίδιος, για να μπούμε μέσα του, να τον αναγνωρίσουμε, να δούμε ότι οι πόρτες του είναι άπειρες, και να ξαναβγούμε στο δικό μας κόσμο πολύ πιο πλούσιοι από πριν.

Τίτος Πατρίκιος, «Ο Γιώργης Παυλόπουλος και τα αντικλείδια της ποίησης», Γιώρ¬γης Παυλόπουλος Νέο Επίπεδο, Μάρτιος 1995, σ. 3-8


6. Η μετακίνηση του Παυλόπουλου από τη συμβολική διαστρωμάτωση του ποιητικού μύθου, στην παραβολική διαχείριση του, που ήδη αναγνωρίζεται εύκολα στα ποιήματα των «Αντικλειδιών» και στα επόμενα, νομίζω ότι σχετίζεται άμεσα με την ταυτόχρονη μετάβαση του από το ποίημα-γεγονός, έστω και αν αυτό λειτουργεί μέσα σε μια συστοιχία άλλων ομοειδών ποιημάτων, στο ποίημα εκείνο όπου η δοκιμασία του δημιουργού της ποιητικής σύνθεσης αποτελεί την κυρίως υπόθεση του ποιήματος. Κατ' αναλογία, εξασθενίζουν οι ιστορικές συνδηλώσεις απ' όπου άλλα προγενέστερα συνήθως ποιήματα αντλούσαν τη δραματική τους απόγευση και, αντίθετα, δυναμώνουν οι αποστασιοποιητικοί μηχανισμοί, ενεργοποιώντας συνάμα τη φαντασία του ποιητή η οποία και καταλαμβάνει ολοένα και μεγαλύτερο χώρο ως προς τα όρια της συμμετοχής της στη διαμόρφωση του ποιήματος. Είναι αυτό που διαπιστώνει αμέσως ο αναγνώστης, διαβάζοντας «Τα αντικλείδια», με τη μυθική ατμόσφαιρα να εξαρτάται όλο και πιο λίγο από τις προποιητικές εμπειρίες, ενώ οι σκηνοθετικοί χειρισμοί του ποιητή, είναι αυτοί που υποβάλλουν στον αναγνώστη τα ερωτήματα που τον έχουν ήδη δοκιμάσει.

Αλέξης Ζήρας, «Ο καθρέφτης ως σύμβολο του μεταιχμίου. Μια ανασκευή του μύθου στην ποίηση του Γιώργη Παυλόπουλου», Νέο Επίπεδο, ό.π., σ. 3-10.


7. Το ποίημα είναι αφήγηση ενός προσώπου - δεν ενδιαφέρει νομίζω αν ταυτίζεται ή όχι με τον ποιητή• η αφήγηση δεν αφορά ένα συγκεκριμένο συμβάν, αλλά μια επαναλαμβανόμενη ανά τους αιώνες διαδικασία απόπειρας να παραβιασθεί η ανοιχτή πόρτα της ποίησης. Το πρόσωπο που αφηγείται δεν εμφανίζεται στο ποίημα ως υποκείμενο ενός άμεσου πρώτου ρηματικού προσώπου- τα όσα λέγει διεκδικούν την εγκυρότητα του αντικειμενικού, αυτού που αορίστως επαναλαμβανόμενο συμβαίνει και που περιγράφεται στο ποίημα από ένα πρόσωπο που διαθέτει μία συνολική εποπτεία στον χώρο - που είναι ο κόσμος -το σύμπαν- και στον χρόνο που είναι από τότε που υπάρχει ο κόσμος.

[...] Αλλά ας επιστρέψουμε στην αναζήτηση του κλειδιού. Το κλειδί είναι ένα - τα αντικλείδια πολλά, όμως, Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ για όσους μπόρεσαν να δουν στο βάθος. Το βάθος είναι απροσπέλαστο; Αυτό σημαίνει ότι η ποίηση δεν μπορεί να κατακτηθεί ως ουσία; Ας θυμηθούμε την πλατωνική αντίληψη για το σπήλαιο• μόλις βγουν οι ψυχές απ' αυτό και αντικρύσουν το φως της ιδέας, τυφλώνονται από την λάμψη του• στιγμιαία μόνο μπορούν να το κοιτάξουν.
Τα ποιήματα είναι αντικλείδια δεν είναι κλειδιά• είναι αντικλείδια• -για ν' ανοίξουμε την πόρτα, που είναι ανοιχτή όσο δεν θέλουμε να την διαβούμε και που κλείνει, όταν θελήσουμε να την περάσουμε-. Αναζητούμε την μαγεία της ποίησης και μόλις θελήσουμε να γίνουμε κοινωνοί της, η πόρτα κλείνει, όπως όταν πας σε μια πηγή να ξεδιψάσεις και εκείνη στερεύει, όπως δηλ. σε ένα εφιάλτη - επομένως ο ποιητής είναι ένας εξόριστος από τον κόσμο της ποιητικής μαγείας. Ανήκει όμως σ' αυτόν γι' αυτό και η αγωνιώδης προσπάθεια να διαβεί την κλειστή της πόρτα. Επομένως η Ποίηση δεν είναι το σύνολο των ποιημάτων που γράφτηκαν από τότε που υπάρχει ο κόσμος• είναι αυτό που ποτέ δεν ειπώθηκε και ούτε πρόκειται ποτέ να ειπωθεί.
Το ποίημα τελειώνει όπως άρχισε (κύκλος). Η Ποίηση είναι μια πόρ¬τα ανοιχτή• η πρόσκληση ανανεώνεται• η περιπέτεια δεν έχει τέλος• η πόρτα θα ξανακλείσει, αλλά θα παραμένει ανοιχτή. Αντίφαση λογική, όχι όμως ποιητική, ούτε φιλοσοφική:
Ξυνόν γαρ αρχή και πέρας επί κύκλου περιφερείας
[Ηράκλειτος]

Τασούλα Καραγεωργίου, «Τα αντικλείδια του Γιώργη Παυλόπουλου μία διδακτική δοκιμή», Γράμματα και Τέχνες, ό.π., σ. 37-39.

Προτεινόμενο διαγώνισμα στα Αρχαία Ελληνικά, Α' Λυκείου

Α. ΚΕΙΜΕΝΟ 1                            Ξενοφῶντος Ἑλληνικά, 2,2,19-23

          Θηραμένης δὲ καὶ οἱ ἄλλοι πρέσβεις ἐπεὶ ᾖσαν ἐν Σελλασίᾳ, ἐρωτώμενοι δὲ ἐπὶ τίνι λόγῳ ἥκοιεν εἶπαν ὅτι αὐτοκράτορες περὶ εἰρήνης, μετὰ ταῦτα  οἱ ἔφοροι καλεῖν ἐκέλευον αὐτούς. Ἐπεὶ δ’ ἧκον, ἐκκλησίαν ἐποίησαν, ἐν ᾗ ἀντέλεγον Κορίνθιοι καὶ Θηβαῖοι μάλιστα, πολλοὶ δὲ καὶ ἄλλοι τῶν Ἑλλήνων μὴ σπένδεσθαι Ἀθηναίοις ἀλλ’ ἐξαιρεῖν.
          Λακεδαιμόνιοι δὲ οὐκ ἔφασαν πόλιν Ἑλληνίδα ἀνδραποδιεῖν μέγα ἀγαθὸν εἰργασμένην ἐν τοῖς μεγίστοις κινδύνοις γενομένοις τῇ Ἑλλάδι, ἀλλ’ ἐποιοῦντο εἰρήνην ἐφ’ ᾧ τά τε μακρὰ τείχη καὶ τὸν Πειραιᾶ καθελόντας καὶ τὰς ναῦς πλὴν δώδεκα παραδόντας καὶ τοὺς φυγάδας καθέντας, τὸν αὐτὸν ἐχθρὸν καὶ φίλον νομίζοντας Λακεδαιμονίοις ἕπεσθαι καὶ κατὰ γῆν καὶ κατὰ θάλατταν ὅποι ἂν ἡγῶνται. Θηραμένης δὲ καὶ οἱ σὺν αὐτῷ πρέσβεις ἐπανέφερον ταῦτα εἰς τὰς Ἀθήνας.
          Εἰσιόντας δ’ αὐτοὺς ὄχλος περιεχεῖτο πολύς, φοβούμενοι μὴ ἄπρακτοι ἥκοιεν˙ οὐ γὰρ ἔτι ἐνεχώρει μέλλειν διὰ τὸ πλῆθος τῶν ἀπολλυμένων τῷ λιμῷ. Τῇ δὲ ὑστεραίᾳ ἀπήγγελλον οἱ πρέσβεις ἐφ’ οἷς οἱ Λακεδαιμόνιοι ποιοῖντο τὴν εἰρήνην˙ προηγόρει δὲ αὐτῶν Θηραμένης, λέγων ὡς χρὴ πείθεσθαι Λακεδαιμονίοις καὶ τὰ τείχη περιαιρεῖν. Ἀντειπόντων δέ τινων αὐτῷ, πολὺ δὲ πλειόνων συνεπαινεσάντων, ἔδοξε δέχεσθαι τὴν εἰρήνην. Μετὰ δὲ ταῦτα Λύσανδρός τε κατέπλει εἰς τὸν Πειραιᾶ καὶ οἱ φυγάδες κατῇσαν καὶ τὰ τείχη κατέσκαπτον ὑπ’ αὐλητρίδων πολλῇ προθυμίᾳ, νομίζοντες ἐκείνην τὴν ἡμέραν τῇ Ἑλλάδι ἄρχειν τῆς ἐλευθερίας.

      ΚΕΙΜΕΝΟ 2                      Ξενοφῶντος Ἑλληνικά, 2,3,11-13
Η εκλογή των Τριάντα έγινε αμέσως μετά την κατεδάφιση των Μακρών Τειχών και των τειχών του Πειραιά. Ενώ όμως εντολή τους ήταν να συντάξουν ένα σύνταγμα που θα ρύθμιζε τον πολιτικό βίο, όλο ανάβαλλαν τη σύνταξη και τη δημοσίευσή του˙ στο μεταξύ συγκροτούσαν τη Βουλή και τις άλλες αρχές όπως ήθελαν αυτοί. Έπειτα άρχισαν να συλλαμβάνουν τους γνωστούς καταδότες, που τον καιρό της δημοκρατίας είχαν κάνει τη συκοφαντία επάγγελμα και ταλαιπωρούσαν την καλή τάξη, και να τους παραπέμπουν για θανατική καταδίκη. Η Βουλή τους καταδίκαζε με ευχαρίστηση και το πράμα δε δυσαρεστούσε καθόλου όσους ένιωθαν πως τίποτα κοινό δεν είχαν μ’ αυτούς. Αργότερα ωστόσο άρχισαν να καταστρώνουν σχέδια για να επιβάλουν την ανεξέλεγκτη κυριαρχία τους στην πόλη.

Β. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

1. Να μεταφράσετε τη δεύτερη παράγραφο του κειμένου 1 στα νέα ελληνικά.
Μονάδες 30
2.      α. Σε ποιες ενέργειες προέβησαν ο Θηραμένης και οι υπόλοιποι απεσταλμένοι όταν βρίσκονταν στη Σελλασία; (κείμενο 1)
Μονάδες 5
            β. Ποιοι ήταν οι όροι που επέβαλαν οι Λακεδαιμόνιοι στους Αθηναίους    προκειμένου να συνθηκολογήσουν μαζί τους; (κείμενο 1)
Μονάδες 5
            γ. Πώς αντέδρασαν οι Αθηναίοι όταν τους ανακοινώθηκαν όλα όσα  είχαν διαδραματιστεί στη Σπάρτη (κείμενο 1)
Μονάδες 5
  1. α. Ποιος από τους όρους που επέβαλαν οι Λακεδαιμόνιοι στους Αθηναίους πιστεύετε ότι ήταν περισσότερο οδυνηρός και γιατί; (κείμενο 1)
Μονάδες 10
β.«νομίζοντες ἐκείνην τὴν ἡμέραν τῇ Ἑλλάδι ἄρχειν τῆς ἐλευθερίας»: να σχολιάσετε το περιεχόμενο αυτής της φράσης σε μία παράγραφο 80-100 λέξεων.
Μονάδες 5
4.   Να καταγράψετε τις αυθαιρεσίες στις οποίες προέβησαν οι Τριάκοντα τύραννοι, όταν εδραιώθηκαν στην εξουσία και να χαρακτηρίσετε τη συμπεριφορά τους. Η απάντησή σας να είναι έκτασης 90-100 λέξεων. (κείμενο 2)
Μονάδες 10
5.   α. Ἀθηναίοις, κινδύνοις, τείχη, τὰς ναῦς, οἱ πρέσβεις : να κλίνετε τους τύπους στον άλλο αριθμό.
Μονάδες 5
β. εἶπαν: να κλίνετε την οριστική και την προστακτική του αορίστου β΄.
Μονάδες  5
6. « ὡς χρὴ πείθεσθαι Λακεδαιμονίοις καὶ τὰ τείχη περιαιρεῖν.» : να αναγνωρίσετε τη δευτερεύουσα πρόταση (είδος, εισαγωγή, εκφορά, λειτουργία .
Μονάδες 10
7.    φήμη, χειρουργείο, αντίδοτο, αναπόφευκτος, αιρετικός, ανασκαφές, χρέος, πλειοψηφία, επόμενος, προσποίηση: να εντοπίσετε στο κείμενο 1 τους ετυμολογικά συγγενείς τύπους με τις λέξεις που σας δόθηκαν.
Μονάδες 10


Σόνια Σιούτη