Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Επανάληψη στις αναφορικές προτάσεις


Οι αναφορικές προτάσεις εισάγονται με αναφορικές αντωνυμίες (ς, οος, σος, πόσος, λίκος, στις, πότερος, ποος, πηλίκος, πόσος κτό) ή με αναφορικά επιρρήματα (που, θεν, πόθεν, ς, πως, ποι  κτό) και προσδιορίζουν κάποιον όρο μίας άλλης πρότασης.

Οι αναφορικές προτάσεις διακρίνονται σε ονοματικές και επιρρηματικές. Οι ονοματικές εισάγονται με αναφορικές αντωνυμίες . Μία ονοματική αναφορική πρόταση μπορεί να χρησιμοποιηθεί: 
  • ως υποκείμενο (π.χ. στις αυτν φιλε μετ΄ μο μαχέσθω.)
  • ως κατηγορούμενο (π.χ. Οτός στιν ς πέκτεινεν τος στρατηγος.) 
  • ως αντικείμενο (π.χ. ποκτείνουσιν ν οονται δικεν.)
  • ως παράθεση (π.χ. ν δ τς πολλοφάνης, ς ξένος γένετο.)
  • ως επεξήγηση (π.χ. Ομαι μς παθεν τοιατα, τος χθρος ο θεο ποιήσειαν.) 
  • ως επιθετικός ή κατηγορηματικός προσδιορισμός (π.χ. Τοτό στι τ πλοον, ες Δλον θηναοι πέμπουσιν.)

Οι επιρρηματικές εισάγονται κυρίως με αναφορικά επιρρήματα και χρησιμοποιούνται ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί. (π.χ. Ο Τραπεζούντιοι, πόθεν τ πιτήδεια ῥᾴδιον ν λαβεν, οκ γον.)

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Υπάρχει περίπτωση ορισμένες ονοματικές αναφορικές προτάσεις να περιέχουν και επιρρηματική έννοια. Έτσι , μπορεί να δηλώνουν :
  • αιτία (αναφορικές αιτιολογικές) π.χ. Θαυμαστν ποιες , ς μν ποτε δίδως.
  •  σκοπό (αναφορικές τελικές) π.χ. δοξε τ δήμ τριάκοντα νδρας λέσθαι , ο τος πατρίους νόμους συγγράψουσι.
  •  αποτέλεσμα (αναφορικές αποτελεσματικές) π.χ. Οκ ν τοσατα χρήματα, μς ποτρέψει τ δίκαια ποιεν.
  •  υπόθεση (αναφορικές υποθετικές) Οι προτάσεις αυτές ισοδυναμούν με υπόθεση σε έναν υποθετικό λόγο και εκφέρονται όπως και οι υποθετικές προτάσεις , ανάλογα με το είδος του υποθετικού λόγου.
Ø  Οι αναφορικές προτάσεις που δηλώνουν παρομοίωση ή σύγκριση λέγονται παραβολικές και εισάγονται με τα αναφορικά ς , σπερ , πως , σον , σ  κ.ά.
Ø  Η αναφορική αντωνυμία ς στην αρχή περιόδου πολλές φορές δεν εισάγει δευτερεύουσα αναφορική πρόταση αλλά κύρια.

Σόνια Σιούτη, φιλόλογος

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΚΛΙΣΗ ΤΩΝ ΑΟΡΙΣΤΩΝ Β΄ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ἔστην: ἔβην, ἔγνων, ἔδραν, ἔφυν, ἐρρύην

Ορισμένα ρήματα της α΄ συζυγίας (ρήματα σε -ω) σχηματίζουν τον αόριστο β΄ κατά τα ρήματα σε  -μι  και κλίνονται όπως ο αόριστος  ἔστην . Τα ρήματα αυτά είναι τα εξής: Ενεστώτας Αόριστος β΄ ἁλίσκομαι βαίνω γηράσκω γιγνώσκω (ἀπο)διδράσκω δύομαι ζήω,-ῶ ῥέω φθάνω φύομαι ἑάλων / ἥλων ἔβην ἐγήραν ἔγνων (ἀπ)έδραν ἔδυν ἐβίων ἐρρύην ἔφθην ἔφυν Παραδείγματα:  βαίνω   Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή ἔβην ἔβης ἔβη ἔβημεν ἔβητε ἔβησαν βῶ βῇς βῇ βῶμεν βῆτε βῶσι(ν) βαίην βαίης βαίη βαίημεν / βαῖμεν βαίητε / βαῖτε βαίησαν / βαῖεν βῆθι βήτω - βῆτε βάντων / βήτωσαν βῆναι βὰς βᾶσα βὰν γιγνώσκω   Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή ἔγνων ἔγνως ἔγνω...

Σύμπτυξη δευτερεύουσας πρότασης σε μετοχή

Ουσιαστικά πρόκειται για την αντίστροφη πορεία της ανάλυσης της μετοχής σε πρόταση. Γενικά , κατά τη σύμπτυξη μίας δευτερεύουσας πρότασης σε μετοχή , ανεξαρτήτως είδους, παρατηρούνται οι εξής μεταβολές : 1. Φεύγει ο σύνδεσμος εισαγωγής της δευτερεύουσας πρότασης. 2. Το ρήμα της δευτερεύουσας πρότασης μετατρέπεται σε μετοχή στον ίδιο χρόνο του ρήματος. 3. Αν η δευτερεύουσα πρόταση εκφέρεται με δυνητική έγκλιση, τότε η μετοχή θα είναι και αυτή δυνητική. ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ A.     Το υποκείμενο του ρήματος γίνεται υποκείμενο της μετοχής. Διακρίνονται δύο περιπτώσεις : ·          Η μετοχή και το υποκείμενό της τίθενται σε ονομαστική , όταν το υποκείμενο του ρήματος εξάρτησης και το υποκείμενο της δευτερεύουσας πρότασης είναι το ίδιο. π.χ. Ἡμεῖς ὁρῶμεν ὅτι ἐσμὲν δυνατοὶ = Ἡμεῖς ὁρῶμεν ὄντες δυνατοί. ·          Η μετοχή και το υποκείμενό της τίθενται σε πλάγια πτώση ( ΓΕΝ-ΔΟΤ-Α...

Συνηρημένα ρήματα (κλίση, θεωρία, ασκήσεις)

ΣΥΝΗΡΗΜΕΝΑ ΡΗΜΑΤΑ ΣΕ -αω Στα συνηρημένα ρήματα της αʹ τάξης  (-άω)  στον ενεστώτα και τον παρατατικό γίνονται οι ακόλουθες συναιρέσεις:  ᾰ + ε, η → ᾱ ᾰ + ει, ῃ → ᾳ ᾰ + ο, ω, ου → ω ᾰ + οι → ῳ τιμάω , -ῶ Ενεργητική Φωνή τιμάω , -ῶ Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή Ενεστώτας τιμῶ τιμᾷς τιμᾷ τιμῶμεν τιμᾶτε τιμῶσιν τιμῶ τιμᾷς τιμᾷ τιμῶμεν τιμᾶτε τιμῶσιν τιμῷμι/-ῴην τιμῷς/-ῴης τιμῷ/-ῴη τιμῷμεν τιμῷτε τιμῷεν τίμα τιμάτω τιμᾶτε τιμώντων/τιμάτωσαν τιμᾶν τιμῶν τιμῶσα τιμῶν Παρατατικός ἐτίμων ἐτίμας ἐτίμα ἐτιμῶμεν ἐτιμᾶτε ἐτίμων Μέλλοντας τιμήσω   Αόριστος ἐτίμησα  Παρακείμενος τετίμηκα  Υπερσυντέλικος ἐτετιμήκειν   Μέση Φωνή τιμάομαι,-ῶμαι Οριστι...