Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Οι ερωτηματικές αντωνυμίες της αρχαίας ελληνικής


τίς, τίς, τί
Ενικός αριθμός

αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
Ονομαστική
τίς
τίς
τί
Γενική
τίνος ή τοῦ
τίνος ή τοῦ
τίνος ή τοῦ
Δοτική
τίνι ή τῷ
τίνι ή τῷ
τίνι ή τῷ
Αιτιατική
τίνα
τίνα
τί
Κλητική
-
-
-
Πληθυντικός αριθμός
Ονομαστική
τίνες
τίνες
τίνα
Γενική
τίνων
τίνων
τίνων
Δοτική
τίσι(ν)
τίσι(ν)
τίσι(ν)
Αιτιατική
τίνας
τίνας
τίνα
Κλητική
-
-
-


πότερος, ποτέρα, πότερον
Ενικός αριθμός

αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
Ονομαστική
πότερος
ποτέρα
πότερον
Γενική
ποτέρου
ποτέρας
ποτέρου
Δοτική
ποτέρῳ
ποτέρᾳ
ποτέρῳ
Αιτιατική
πότερον
ποτέραν
πότερον
Κλητική
-
-
-
Πληθυντικός αριθμός
Ονομαστική
πότεροι
πότεραι
πότερα
Γενική
ποτέρων
ποτέρων
ποτέρων
Δοτική
ποτέροις
ποτέραις
ποτέροις
Αιτιατική
ποτέρους
ποτέρας
πότερα
Κλητική
-
-
-




πόσος, πόση, πόσον
Ενικός αριθμός

αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
Ονομαστική
πόσος
πόση
πόσον
Γενική
πόσου
πόσης
πόσου
Δοτική
πόσῳ
πόσῃ
πόσῳ
Αιτιατική
πόσον
πόσην
πόσον
Κλητική
-
-
-
Πληθυντικός αριθμός
Ονομαστική
πόσοι
πόσαι
πόσα
Γενική
πόσων
πόσων
πόσων
Δοτική
πόσοις
πόσαις
πόσοις
Αιτιατική
πόσους
πόσας
πόσα
Κλητική
-
-
-




ποῖος, ποία, ποῖον
Ενικός αριθμός

αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
Ονομαστική
ποῖος
ποία
ποῖον
Γενική
ποίου
ποίας
ποίου
Δοτική
ποίῳ
ποίᾳ
ποίῳ
Αιτιατική
ποῖον
ποίαν
ποῖον
Κλητική
-
-
-
Πληθυντικός αριθμός
Ονομαστική
ποῖοι
ποῖαι
ποῖα
Γενική
ποίων
ποίων
ποίων
Δοτική
ποίοις
ποίαις
ποίοις
Αιτιατική
ποίους
ποίας
ποῖα
Κλητική
-
-
-




πηλίκος, πηλίκη, πηλίκον
Ενικός αριθμός

αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
Ονομαστική
πηλίκος
πηλίκη
πηλίκον
Γενική
πηλίκου
πηλίκης
πηλίκου
Δοτική
πηλίκῳ
πηλίκῃ
πηλίκῳ
Αιτιατική
πηλίκον
πηλίκην
πηλίκον
Κλητική
-
-
-
Πληθυντικός αριθμός
Ονομαστική
πηλίκοι
πηλίκαι
πηλίκα
Γενική
πηλίκων
πηλίκων
πηλίκων
Δοτική
πηλίκοις
πηλίκαις
πηλίκοις
Αιτιατική
πηλίκους
πηλίκας
πηλίκα
Κλητική
-
-
-




ποδαπός, ποδαπή, ποδαπόν
Ενικός αριθμός

αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
Ονομαστική
ποδαπός
ποδαπή
ποδαπόν
Γενική
ποδαποῦ
ποδαπῆς
ποδαποῦ
Δοτική
ποδαπῷ
ποδαπῇ
ποδαπῷ
Αιτιατική
ποδαπόν
ποδαπήν
ποδαπόν
Κλητική
-
-
-
Πληθυντικός αριθμός
Ονομαστική
ποδαποί
ποδαπαί
ποδαπά
Γενική
ποδαπῶν
ποδαπῶν
ποδαπῶν
Δοτική
ποδαποῖς
ποδαπαῖς
ποδαποῖς
Αιτιατική
ποδαπούς
ποδαπάς
ποδαπά
Κλητική
-
-
-




πόστος, πόστη, πόστον
Ενικός αριθμός

αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
Ονομαστική
πόστος
πόστη
πόστον
Γενική
πόστου
πόστης
πόστου
Δοτική
πόστῳ
πόστῃ
πόστῳ
Αιτιατική
πόστον
πόστην
πόστον
Κλητική
-
-
-
Πληθυντικός αριθμός
Ονομαστική
πόστοι
πόσται
πόστα
Γενική
πόστων
πόστων
πόστων
Δοτική
πόστοις
πόσταις
πόστοις
Αιτιατική
πόστους
πόστας
πόστα
Κλητική
-
-
-






ποσταῖος, ποσταία, ποσταῖον
Ενικός αριθμός

αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
Ονομαστική
ποσταῖος
ποσταία
ποσταῖον
Γενική
ποσταίου
ποσταίας
ποσταίου
Δοτική
ποσταίῳ
ποσταίᾳ
ποσταίῳ
Αιτιατική
ποσταῖον
ποσταίαν
ποσταῖον
Κλητική
-
-
-
Πληθυντικός αριθμός
Ονομαστική
ποσταῖοι
ποσταῖαι
ποσταία
Γενική
ποσταίων
ποσταίων
ποσταίων
Δοτική
ποσταίοις
ποσταίαις
ποσταίοις
Αιτιατική
ποσταίους
ποσταίας
ποσταία
Κλητική
-
-
-

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΚΛΙΣΗ ΤΩΝ ΑΟΡΙΣΤΩΝ Β΄ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ἔστην: ἔβην, ἔγνων, ἔδραν, ἔφυν, ἐρρύην

Ορισμένα ρήματα της α΄ συζυγίας (ρήματα σε -ω) σχηματίζουν τον αόριστο β΄ κατά τα ρήματα σε  -μι  και κλίνονται όπως ο αόριστος  ἔστην . Τα ρήματα αυτά είναι τα εξής: Ενεστώτας Αόριστος β΄ ἁλίσκομαι βαίνω γηράσκω γιγνώσκω (ἀπο)διδράσκω δύομαι ζήω,-ῶ ῥέω φθάνω φύομαι ἑάλων / ἥλων ἔβην ἐγήραν ἔγνων (ἀπ)έδραν ἔδυν ἐβίων ἐρρύην ἔφθην ἔφυν Παραδείγματα:  βαίνω   Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή ἔβην ἔβης ἔβη ἔβημεν ἔβητε ἔβησαν βῶ βῇς βῇ βῶμεν βῆτε βῶσι(ν) βαίην βαίης βαίη βαίημεν / βαῖμεν βαίητε / βαῖτε βαίησαν / βαῖεν βῆθι βήτω - βῆτε βάντων / βήτωσαν βῆναι βὰς βᾶσα βὰν γιγνώσκω   Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή ἔγνων ἔγνως ἔγνω...

Σύμπτυξη δευτερεύουσας πρότασης σε μετοχή

Ουσιαστικά πρόκειται για την αντίστροφη πορεία της ανάλυσης της μετοχής σε πρόταση. Γενικά , κατά τη σύμπτυξη μίας δευτερεύουσας πρότασης σε μετοχή , ανεξαρτήτως είδους, παρατηρούνται οι εξής μεταβολές : 1. Φεύγει ο σύνδεσμος εισαγωγής της δευτερεύουσας πρότασης. 2. Το ρήμα της δευτερεύουσας πρότασης μετατρέπεται σε μετοχή στον ίδιο χρόνο του ρήματος. 3. Αν η δευτερεύουσα πρόταση εκφέρεται με δυνητική έγκλιση, τότε η μετοχή θα είναι και αυτή δυνητική. ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ A.     Το υποκείμενο του ρήματος γίνεται υποκείμενο της μετοχής. Διακρίνονται δύο περιπτώσεις : ·          Η μετοχή και το υποκείμενό της τίθενται σε ονομαστική , όταν το υποκείμενο του ρήματος εξάρτησης και το υποκείμενο της δευτερεύουσας πρότασης είναι το ίδιο. π.χ. Ἡμεῖς ὁρῶμεν ὅτι ἐσμὲν δυνατοὶ = Ἡμεῖς ὁρῶμεν ὄντες δυνατοί. ·          Η μετοχή και το υποκείμενό της τίθενται σε πλάγια πτώση ( ΓΕΝ-ΔΟΤ-Α...

Συνηρημένα ρήματα (κλίση, θεωρία, ασκήσεις)

ΣΥΝΗΡΗΜΕΝΑ ΡΗΜΑΤΑ ΣΕ -αω Στα συνηρημένα ρήματα της αʹ τάξης  (-άω)  στον ενεστώτα και τον παρατατικό γίνονται οι ακόλουθες συναιρέσεις:  ᾰ + ε, η → ᾱ ᾰ + ει, ῃ → ᾳ ᾰ + ο, ω, ου → ω ᾰ + οι → ῳ τιμάω , -ῶ Ενεργητική Φωνή τιμάω , -ῶ Οριστική Υποτακτική Ευκτική Προστακτική Απαρέμφατο Μετοχή Ενεστώτας τιμῶ τιμᾷς τιμᾷ τιμῶμεν τιμᾶτε τιμῶσιν τιμῶ τιμᾷς τιμᾷ τιμῶμεν τιμᾶτε τιμῶσιν τιμῷμι/-ῴην τιμῷς/-ῴης τιμῷ/-ῴη τιμῷμεν τιμῷτε τιμῷεν τίμα τιμάτω τιμᾶτε τιμώντων/τιμάτωσαν τιμᾶν τιμῶν τιμῶσα τιμῶν Παρατατικός ἐτίμων ἐτίμας ἐτίμα ἐτιμῶμεν ἐτιμᾶτε ἐτίμων Μέλλοντας τιμήσω   Αόριστος ἐτίμησα  Παρακείμενος τετίμηκα  Υπερσυντέλικος ἐτετιμήκειν   Μέση Φωνή τιμάομαι,-ῶμαι Οριστι...